Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

Περί αναμονών

Δεν προσμένουμε μόνο βαρβάρους μα και Έλληνες,
με χαρά και λαχτάρα ίδια. 

Όμως σχεδόν πάντα, 
η άφιξης των Ελλήνων είναι όμοια θλιβερή με την απουσία των Βαρβάρων. 

Ενίοτε και πιο σαρωτική.  
Σου κόβει κάθε άλλοθι με το σπαθί της πραγματοποίησης,
που ´ναι πιο κοφτερό από κάθε άλλο.

Αν δε με πιστεύεις ρώτα τον Μέγα Αλέξανδρο. 
Ξέρει για τι μιλάω.  


Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Το δάσος

Τι όμορφο θέαμα!
Αυτό το δάσος από ξεραμένα δέντρα.
Κι εκείνο το νεκροταφείο δίπλα του
με τους σιωπηλούς σταυρούς
και τα γερμένα λουλούδια στις οριστικότητες.  


Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2014

Με παραδέχομαι

Το παραδέχομαι, δε ζω
κι ας κάνω τον καμπόσο.
Ίσα να μένω επαρκής.
Κι όσο να τα μπαλώσω.

Το παραδέχομαι πουλώ
το χρόνο στους αλήτες,
όσους φυλάω μέσα μου
και σ' έξωθεν αγύρτες.

Γι' αυτό λοιπόν το σκέφτηκα
και είπα με παρρησία:
Το να μιλάω μόνος μου
δεν είν' ανοησία.
Το να τα λέω μόνος μου
πες το απελπισία.


Γύρισα και σιγύρισα
το δράμα του σπιτιού μου.
Αυτό όμως μένει άστατο,
σπιτιού υποκατάστατο.

Έχω να ζει εδώ μέσα μου
χρόνια κάτι σπασμένο
πάντα η ρωγμή του με πονά
χρόνια σακατεμένο.

Γι' αυτό λοιπόν το σκέφτηκα
κι είπα να το μπαλώσω.
Τα λέω λοιπόν μόνος μου
κι έχει μια σημασία.
Το να μιλάω μόνος μου
μου δίνει ευελιξία.


Το παραδέχομαι, μετρώ
ήττες με το τσουβάλι.
Αφέθηκα να περπατώ
βόλτες μ' ένα τσακάλι.

Κι ούτε κι εσύ κατάλαβες
ούτε θα το πιστέψεις.
Δεν ήθελα απολαβές,
λίγο μόνο να αντέξεις.

Γι' αυτό λοιπόν τα άφησα
το δράμα, την ελπίδα.
Το να μιλώ σε 'μένανε
θα σώσει την παρτίδα.
Το να τα λέω εαυτώ
είναι η κατακλείδα.  


Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2014

Στη μνήμη του Κώστα Λαχά

Οι φίλοι μου εγκλωβίστηκαν όλοι
στα παιδικά τους ρούχα.  
Σαρανταρίσαμε πια 
κι είναι το θέαμα πικρό και γελοίο 
να τους βλέπω να περνάνε
με το άκαιρο, το αγορίστικο βήμα τους
απ´ την Ικτίνου και την Ζεύξιδος, 
στην πλατεία της Αγιασοφιάς
και στην Σκρα. 

Κάτι κουρασμένα παιδιά 
με τα κουρελιασμένα εφηβικά τους παλτά
να λιώνουν πάνω τους 
και να τους σφίγγουν κάθε μέρα πιο πολύ. 

Τους κοιτάζω έναν έναν. 
Πρόωρα γερασμένοι στα δέκα τους,
αθεράπευτα ανώριμοι στα σαράντα τους. 

Συναθροίζονται σαν φαντάσματα
στις παλιές σχολικές μας αίθουσες
Με τις ίδιες αγωνίες στους σάκους τους
ακόμα. 
Τους λυπάμαι όλους. 
Αυτά τα αφύσικα παιδιά. 
Σαν φρούτα δέντρου που συλλέχθηκαν βίαια 
και βιάστηκαν να ωριμάσουν σε ψυγεία 
για να βγουν ροδαλά και όμορφα στη βιτρίνα. 

Στενές πολυκαιρισμένες φόρμες
Τέσσερα νούμερα στενά παπούτσια
Άτσαλα βήματα 
Άτσαλα συναισθήματα, ανοικονόμιτα και λειψά. 
Κουτουλάνε εδώ κι εκεί σαν αιώνια μεθυσμένοι οι φίλοι μου. 


Πόσο τους συμπονώ. 

Ακούω πάντα τις κασέτες που ανταλλάσσαμε. 
Τόσες δεκαετίες και δεν προχώρησαμε ούτε ένα βήμα
Ούτε στ´ αυτιά μας, ούτε στις ψυχές μας. 

Κοιτάζομαι κι εγώ στον ίδιο πάντα καθρέπτη. 
Αγίας Σοφίας και Καστριτσίου γωνία. 
Φορώντας ένα σορτσάκι του πατέρα μου,
εκείνο με τις τιράντες
σε μια φωτογραφία του ´55
δίπλα στο τεράστιο, πράσινο ποδήλατο. 

Κι όπως μας κοιτάζω όλους μαζί,
Θέλω να τους αγκαλιάσω όλους και να τους πω...
δεν πειράζει...

Βασίλη, Γεράσιμε, Νίκο, Μήτσο, Αρήκο,
δεν πειράζει.

Αλέκο δεν πειράζει.


Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

Η σκάλα

Ανεβαίνουμε πάντα 
μιαν αθέατη σκάλα
σ´ έναν τοίχο χτυπάμε
και πάμε.

Όσα είναι γραμμένα 
ηρωικά αγνοούμε. 
"Τι θα πει, τι θα πούνε;" 
ρωτούμε. 

Το κενό της ζωής μας χωράμε 
από ´κει κι από ´δω στα πατάρια
και τα χρόνια πληθαίνουν χορτάρια
και το βάρος αυξάνει να ζούμε.

Ανεβαίνουμε πλέον 
πατημένα σαράντα.
Στα τσακίδια τραβάει 
η μπάντα.  

Κάθε μέρα αναιρούμε 
τη μέρα που ζούμε. 
Τι βολή! Τι ασφάλεια! 
Γελούμε...

Το κενό της ζωής μας χωράμε 
από ´κει κι από ´δω στα πατάρια
και τα χρόνια πληθαίνουν χορτάρια
και το βάρος αυξάνει να ζούμε.

Το ακριβό το κρασί μας
που φυλούσαμε χρόνια 
ξίδι έγινε χύμα.
Τι κρίμα...

Επενδύσεις και ευχές 
συνόψισαν το ζην μας
Πες μου που ειν´ η ζωή μας;
Πες μου που ειν´ η ζωή μας!
Πες μου που ειν´ η ζωή μας 
και πιες!

Ανεβαίνουμε πάντα
μιαν ατέλειωτη σκάλα
Σ´ ένα τοίχο χτυπάμε. 
Και πάμε. 


Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

Περί διαλεκτικής

Έτσι!
Να αυτοματοποιούμε τους διαλόγους μας.
Μέχρι να φτάσουμε να μη μιλάμε.  


Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Ο Αλέκος

Αλέκο μου βιάστηκες. 
Η χαρά του κόμπου ήταν να τον λύσεις. 

Με τ´ ασήμι σου 
θέρισες, θέρισες ρουμπίνια μέχρι τέλους. 

Μα βιάστηκες Αλέκο. 
Κόβοντας δρόμο, μίκρυνες το δράμα της ζωής σου. 

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

Δύο για το δρόμο

Πόσους λάθος αναστεναγμούς 
το μητρικό κρεβάτι άκουσε αδιάφορο;
Και πόσα δάκρυα το βρήκανε ζεστό
μα με ένα σώμα μείον;

Μια στρεβλή Πηνελόπη 
ασχημαίνουσα με τα χρόνια
και σακατεμένη απ´ τις αϋπνίες 
μου ´φτιαξε μάλλινη κουβέρτα. 
Και μου μάθε γυμνός να την σκεπάζομαι με τ´ αγκάθια της
άπαντα στη σειρά και στοιχισμένα. 

Μετά ταξίδεψα, δε λέω,
στο δικό μου αχυρένιο στρώμα
Κι είχα να με τσιμπούν 
το στρώμα μου από κάτω 
κι η κουβέρτα της από πάνω. 
Για να κοιμάμαι καθημερινά 
με τη Σκύλα και την Χάρυβδη
αγκαλιά,
και κάθε στροφή του άγνωστου δρόμου μου,
να ´ναι γεμάτη Συμπληγάδες. 

Κάποιος παρερμήνευσε την Ιθάκη. 


Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

Hilton

Και μόνο εσύ τέτοια αποκλήθηκες


Κλειδιά ονόματα που ανοίγαν
φωτεινά παράθυρα κρεμασμένα
πάνω απο την Βασιλίσσης Σοφίας,
απέναντι από τον Δρομέα.
Και ισόυψα με την Ακρόπολη. 
Τέτοια παράθυρα αερόστατα,
στολίσματα της νύχτα της Αθήνας. 

Τέτοια ονόματα ουσιαστικά δισυπόστατα. 
Τόσα ονόματα επίθετα στο Όνομά σου συμφραζόμενα.  

Άυπνων νυκτών στροβιλίσματα
Άυλων χαλικιών στο στόμα
Εικόνες ευσεβείς και απρεπείς,
ο πόνος των αναπνοών.

Αποκλήθηκες κι αποκαλύφθηκες 
Αποκλήθηκες και διαμορφώθηκες
Αποκλήθηκες και σκαλίστηκες μάρμαρο Αττικό αειθαλές 
δροσερό, καμπυλωτό κι ευθυτενές. 
Συμμόρφωσες τον καιρό. 
Έκανες στολίδι σου το φως
Και το ανάδειξες στο σώμα σου

Φως εκ φωτός. 


Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

Του σύμπαντος κόσμου

Δεν είναι πάντα μια μοιραία γυναίκα
που ανατρέπει τα πάντα για πάντα.
Δεν είναι πάντα μια απώλεια τραγική, μεγαλειώδης. 
Δεν είναι απαραίτητα κάτι τόσο βαρύ και προφανές και τερατώδες. 
Πολλές φορές είναι η ανύποπτη, 
η αδιάφορη σκόνη. 
Ίδια με τα εκατομμύρια επιβιώνοντες
στις γκρι πολυκατοικίες,
των γκρι γειτονιών,
των γκρι πόλεων,
και των γκρι χρόνων. 

Μια μικρή ρωγμή ασήμαντη κι αθόρυβη 
ένα απόγευμα Κυριακής,
μυστική κι αόρατη,
χαμένη βαθιά στις παιδικές σου μέρες.  
Ήσυχη σαν το νεράκι που τρέχει χαρούμενο στα σπλάχνα των βουνών 
κι όπως μια γάτα αλαφροπάτητη που περνάει τον δρόμο. 

Είναι ένα αχ! κι ένας αναστεναγμός μικρός, εσώτερος. 
Μοιάζει με θόρυβο σελίδας που γυρίζει αφηρημένα. 
Καμιά φορά και μ´ ένα κόψιμο στο χέρι από χαρτί 
που θ´ ανακαλυφθεί αργότερα. 

Από ´κει ξεκινάνε όλα.
Οι καταιγίδες. 
Οι χείμαρροι. 
Τα γκρεμίσματα. 



Μετά 
η μικρή μας ψυχή συρρικνώνει το διαστελλόμενο σύμπαν
σε κάθε της διασπασμένο κομμάτι. 

Κι όλα καλά. 



Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Ο Σίσυφος στον Γολγοθά

Να σ´ ασημοδέσω 
απάνω στο Σταυρό μου
Τρία δεσίματα για τ´ άκρα
και μια πληγή κάτω από ´κει
που μου ´χες κλέψει τη μισή ζωή

Κι όπως ανθίζουν τα φθινόπωρα
τα μαραμένα φύλλα
έτσι για σένα θα γυρίζω στο χώμα

Θα ξαναγυρίζω σαν την πρώτη ύλη
και θα σε βρίσκω για να φτιάχνουμε
στα μωρά μας το ίδιο λάθος


Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014

Πόσα σκοτάδια επένδυσαν στην πείνα μου;
Λέω πως το άπειρο το βάθος της 
είναι τόσο παλιό που ξεπερνάει το ζυγωτό μου.  

Ίσως να φτάνει κι ως την άκρη του σύμπαντος, δεν ξέρω. 
Πάντως, όταν με πιάνει απ´ τα μαλλιά με συνταράζει.
Όλο το σώμα μου σηκώνει κι ούτε μια τρίχα δε μου κόβεται να πέσω. 

Κι είναι σα να μάχομαι
- ο κόκκος σκόνης -
με το άπειρο. 

Η ματαιότητα της πάλης μου με καθησυχάζει, δε λέω...



Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014

Φλυαρίες

Εχτές μιλήσαμε για τη θάλασσα

Εσύ μου έλεγες για τις φαρδιές γραμμές της στον καμβά,
τα υδάτινα βουνά και τα βουλιαγμένα καράβια της. 
Εγώ για τη μυρωδιά όταν ο ήλιος πνίγεται στην μήτρα της,
για τα γλαροπούλια που την τρυγούν και τα ασύλητα κοχύλια της. 

Κρόκος και λουλάκι 
κι ένας αέρας λεπτός, νησιώτης 
να κουβαλάει τη μέλισσα στο σπίτι της. 

Εχτές μιλήσαμε ασταμάτητα,
σιωπώντας φλύαρα,
σα να μην είχαμε να πούμε τίποτα. 
Κι αυτά που κρύβαμε με λέξεις ακατάσχετες
τα σκορπούσαν τα κύματα στο απέραντο. 

Κι όποιος κοιτούσε έλεγε "τάχα για τι να λένε τούτοι δω οι εραστές;
Και ποια υγρή αγκαλιά θα σβήσει την φωτιά τους;"

Γιατί στ´ αλήθεια τ´ αγαπούσαμε το ζωτικό μας ψέμα. 
Κι ο ένας τον άλλον θυσιάζαμε στην Αυλίδα
για να φυσήξει μέσα μας το ελάχιστο κάτι. 

Και πόσα παράλογα και πόσα μεταξένια ψέματα
μας κρατούσανε να μη βουλιάξουμε

Μετά, το κύμα ορθώθηκε και τα σπλάχνα της κουνήθηκαν 
Μάλλον δεν άντεξε τόση απάτη στον αφρό της και μας κατάπιε. 

Κι όποιος κοιτούσε έλεγε "τι όμορφα ναυάγια που ανθίσανε
στη μέση του πελάγου
και πόσα βράχια κοφτερά που γύρω τα φιλάνε" 


Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

Ο άρτος ημών ο επιούσιος...
Ο έρωτας...
Ν´ αγαπήσεις...
Ν´ αγαπηθείς...
Ο καθένας κάτι ζητά στον κόσμο. 

Εγώ θελω να γεμίσω
την άδεια καρέκλα 
με τον απέναντι εαυτό.  
Τον άγνωστο και τον ξένο.


Καλύτερα

Καλυτερα οι άνθρωποι να χωρίζουν βουβά
Τον εξευτελισμό του χωρισμού 
να μην επιτείνουν με ευτελισμένες λέξεις
Τα τέλη να μην εξωραΐζουν με φτηνά γράμματα που δεν εννοούν. 
Μόνο μια λέξη ταιριάζει των χωρισμών:
Αντίο


Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Κομπολόγια

Κομπολογώντας οι ανιστόρητοι
περνάμε τις μέρες μας με τσικ και με τσακ

Τα κεχριμπάρια και τα δευτερόλεπτα
μας νανουρίζουν νωχελικά

Ξεχάσαμε το παρόν μας
διαστρεβλώσαμε το παρελθόν μας
βιάζουμε το μέλλον μας...

Τσικ...τσακ...τσικ...τσακ


Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Το σχοινί

Η ιστορία του ανθρώπου που κρεμάστηκε
δεν είναι πάντα
η ιστορία του ανθρώπου που κρεμάστηκε.

Εκκρεμούν λεπτομέρειες ουσιώδεις,
απ' το σχοινί.


Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014

Αμήν

Τώρα που γέρασα
μίκρυναν και σίγησαν μέσα μου οι άλλοι.
Αυτή η πληγή η μόνιμη, μ´ αφήνει.
Λες κι ημέρεψε ο κόσμος.

Βαδίζω, κοίτα, πιο αργά.
Φοβάμαι λιγότερο.

Σιγουρεύτηκα για το τέλος.


Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

Σεφέρης


"Μας βαραίνουν οι φίλοι
που δεν ξέρουν πια πως να πεθάνουν."

Εμείς τα καταφέραμε όμως!
Τους σκοτώσαμε όλους μέσα μας και γύρω μας.

Ξεπεράσαμε ανάγκες, αισθήματα και ενοχές.
Τους στήσαμε όλους στον τοίχο του Φορτίνο Σαμάνο.
Και κανείς τους δεν γέλασε.
Κανείς δεν ζήτησε τσιγάρο.
Τρέμαν όλοι σαν κουτάβια.
Πφφφφ

Μπαμ!

Μονοτουφεκιά κι όλοι κάτω.

Ή τέλος πάντων ο ένας κάτω. 
Που χωρίς αυτόν κανείς όρθιος. 


Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Κεντρικά

Εδώ. Στο κέντρο όλων. 
Απολαμβάνω την πολυκοσμική μοναξιά μου. 
Σαρώνω συντρίμμια κάτω από το χαλάκι του μπάνιου. 
Κι ανασυντάσσομαι για νέες ήττες. 

Μου είπαν να βασανίζομαι χρόνια. 
Έτσι μου ορίσαν τη ζωή. 
Κι εγώ ο χαζός χρόνια τους ακούω. 
Κι ακόμα και στην καρδιά του παράδεισου κολάζομαι. 


Να βρέχει

Να βρέχει. 
Να βρέχει όταν έρχεσαι. 
Να ´ναι κλειστά τα τοπία 
Να ´ναι μπερντέδες μαύροι στα παράθυρα 
Όλες οι θέες και τα πλοία να σκοτίζονται
Ούτε να φαίνονται, ούτε να βλέπουν όταν έρχεσαι.
Θέλω να χάνεται ο κόσμος. 


Το σπίρτο και το ρολόι

Καμιά φορά το ποτήρι στο τραπέζι με κοιτά 
και με καλεί
Κι είναι περίεργη αμοιβή αυτή η δροσιά
η καυτερή
που μου ζητά 
και μου προσφέρει. 

Τα βράδια που γυρίζω μες το σπίτι,
κυκλωτικά σα φάντασμα 
στον τόπο και τον χρόνο μου,
με στοιχειώνω με περίσσια απλοχεριά και με χαρίζω 
στο άλεσμα των ρολογιών. 

Είναι ο ήχος των δεικτών τους, 
αυτό το σχεδόν αθόρυβο "τικ τακ,"
ο πιο σπαρακτικός 
και ο πλέον συντριπτικός
ήχος του σύμπαντος. 


Θεατρικόν ΙΙ

Όταν φωτίζεται από πίσω η σκηνή
δεν είμαι τότε παρά μόνο η σκιά μου. 

Δες πως κινείται.  
Άψυχη κούκλα
μ´ ένα περίγραμμα σκότους 
να την ορίζει εκ των έσω. 

Το περιβαλλόμενο φως 
κι αυτό με περιγράφει,
κι εγώ το περικλείω. 
Εκείνο με ανέχεται 
και ´γω το υποφέρω. 

Είμαι από μαύρο και από γκρι 
και από κίτρινο είμαι. 
Ορίστηκα να διατρέχω
σαν το ζουζούνι 
το λευκό δέρμα 
του θεού προβολέα. 
Μια ενόχληση και μια τρύπα στην υγρή συνέχεια του γλαυκού. 

Ποιος θέλει ένα ζιζάνιο στο χέρι του; 
Ποιος τ´ αγαπά; 
Μόνο το φως. 
Κι ας διαταράσσεται η αειπάρθενος επιφάνειά του. 
Αυτό επιμένει. 

Δυστυχισμένα ολογράμματα της σύμπτωσης ύπαρξής μου
λυπάμαι.
Εγώ δεν μπόρεσα 
να σας αγαπήσω 
χωρίς όρους.  


Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014

Το μεγάλο δάσος

Οι πράσινες θάλασσες των βουνών. 
Το υπόκωφο βουητό τους. 
Μήδε πουλί να κελαϊδά, 
μήδε το φλύαρο τριζόνι. 
Μόνο το κατέβασμα του αέρα
κι οι στροβιλισμοί του στα δέντρα 
και το σαρωμένο δέρμα τους.

Ύστερα ούτε αυτό. 
Σωπαίνει ο αέρας 
κι απ´ το βάθος μόνο αχνακούγεται
το μέταλλο στο λαιμό τους. 
Και βλέπεις μια άσπρη γραμμή να διαταράσσει αργά την επιφάνεια του πράσινου. 
Μια μεταβαλλόμενη κι αταίριαστη ψυχή που δεν εντάσσεται σε σχήμα. 
Καβαλάει τα κυματιστά βουνά, 
τρέφεται απ´ αυτά, 
κι όμως το σώμα της αλλάζει στη στιγμή 
και δεν χαρίζεται παρά στο Όλον του Μέγα Ποιμένα. 


Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014

Μετά

Αυτός ο κόσμος γύρω μας
δεν θα παλιώσει πριν από μας. 

Κάθομαι σε μια καρέκλα φτηνή
κι όμως θα αντέξει περισσότερο από μένα,
όπως η σκόνη απά στο σκρίνιο της γιαγιάς,
που την ξεπέρασε εδώ και χρόνια.

Δυστυχισμένοι μικροί άνθρωποι
Σπόροι σταριού στον μύλο του σύμπαντος

Ζούμε αντιπαλεύοντας τα όνειρά μας. 
Σώμα με σώμα αγώνας. 
Και μετά ένα μονό κρεβάτι. 
Ίσα να μας χωρά. 
Και μετά τίποτα. 


Τρίτη 22 Ιουλίου 2014

Η Αθήνα

Πρωί
Μεταλλική η Αθήνα στραφταλίζει
στου Υμητού τα πόδια και του ήλιου
Ένα πελώριο ποτάμι από τσιμέντο και γυαλί
κι ανάμεσά τους σαν τα ψάρια τρέχουμε. 

Βράδυ
Γυάλινη η Αθήνα το βράδυ, 
γύρω απ´ τον Βράχο αναβοσβήνει κι ανασαίνει.
Πολύβουο μελίσσι που λουφάζει κι ανασταίνεται στον ίσκιο του. 
Λαμαρίνες και μπετά τα κύτταρά της τρίζουν και τανίζονται
Χρυσά χτενάκια στα μαλλιά της οι έρωτες. 

Ξημέρωμα 
Ξανθό κορίτσι η Αθήνα και λιανό, 
απ´ τις Κυκλάδες μυρωμένο κι απ´ το Πέλαγο. 
Στο σιταρένιο της κορμί με σεργιανάει και στο κύμα του. 
Στενά κι αιώνιες θέες, 
γράπες και παξιμαδάκια, 
πορτοκάλι γλυκό και κίτρινο τυρί
μου χαρίζει στο δισάκι μου, 
να με κρατάν και να πορεύομαι. 

Καλό ταξίδι η Αθήνα κι ασημένιο. 
Βρύση, καμίνι κι απορία, 
για όσα γίνανε μ´ ανυποψία και με τρέλα. 



Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

Μινιμαλισμοί

Τίποτα.
Μόνο να βλέπω την θάλασσα το χειμώνα.
Κι ένα βουνό να ξεκαλοκαιριάζω.


Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

Η βιονική γυναίκα

Θέλω να αγαπήσω μια γυναίκα πέτρινη. 
Να 'ναι φτιαγμένη συμπαγής κι ακλόνητη.  
Να 'ναι τα χέρια της συρματόσχοινα ατσαλένια. 
Να 'ναι η καρδιά της ένα ρολόι ελβετικό. 

Θέλω να μάθω ν' αγαπώ την Καρυάτιδα. 
Στο μαρμαρένιο της κορμί να δροσίζομαι. 

Θέλω να φιλάω μια γυναίκα ωμή και διαμαντένια
Να 'ναι από φίλντισι κι η πιο μικρή της λεπτομέρεια. 
Να 'ναι στο σώμα συρματόπλεγμα σωσμένο. 
Να 'ναι τα χέρια της στιλέτα δίκοπα με αίμα φρέσκο στις λαβές. 

Θέλω βαθιά ν' αγαπηθούμε. 
Χίλια φεγγάρια να φωτίσουν
του έρωτά μας την πορεία. 
Κι όταν τελειωσουν και τα χίλια 
με δυο σπαθιές να μ' αγκαλιάσει
κι από τη ρίζα της πικρής μου ιστορίας να κοπώ.


Έτερο και αλληλο-ορισμοί

"Είσαι η μεγαλύτερη πληγή μου"
μου είπες κι έκλαιγες
Είχες στο κάτω χείλος 
μια σχισμή ασύμμετρη 
Πίσω απ´ τα μάτια σου είχες 
κρυμμένη 
μια μικρή, χάρτινη ελπίδα. 

"Η πιο μεγάλη μου πληγή. 
Αυτό είσαι."
Η φωνή σου δεν έτρεμε πλέον. 
Ούτε έκλαιγες. 
Σχεδόν μονολογούσες κι ούτε με κοιτούσες πια. 

Και ´γω έμεινα αμίλητος. 

"Κι ύστερα μας πήραν τα πουλιά"


Δευτέρα 16 Ιουνίου 2014

Πως την πατήσαμε έτσι;

Φαίνεται πως η Ιθάκη δεν ήταν νησί
αλλά ένα πλοίο που βολτάριζε
στην ομίχλη και τις βαθιές τις θάλασσες.

Πως την πατήσαμε έτσι...


Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

Ο τρύπιος κουβάς

Νοστάλγησα ένα αμιγές συναίσθημα 
Κάτι κρυστάλλινο και διαυγές
Ένα, ας πούμε, "αγαπώ" σαν το νερό της πηγής. 
Ένα "θέλω" ξεκάθαρο. 
Κάτι μη μπασταρδεμένο τέλος πάντων. 

"Ο τρύπιος κουβάς..." θα το πω. 

Και θα ποτίζω μ' αυτόν τους άνυδρους κήπους μου.


Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

Περί σταθερών...

Πέρασε πολύς καιρός από τότε
Ένας αιώνας.  Ένα λεπτό.
Σου είχα πει πως σ' αγαπώ.
Σου είχα πει πως σε μισώ.
Σου είχα πει.  
Μου είχες πει.
Κι όλα, όλα.  Όλα!
Όλα ήταν αλήθεια, για μια στιγμή.
Και ψέμα όλες τις άλλες.  


Τρίτη 27 Μαΐου 2014

Παλεύουμε;

Δεν είναι ήδη ένας χωρισμός
να μου ζητάς όσα φαντάστηκες;

Το βάρος παλιών ονείρων μας
ν´ ανταλλάσσουμε δεν ειν´ δεσμός. 

Παλεύουμε;


Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

Έλα δε θέλω χαζά...

Τα μάτια σου σπαθιά στα χέρια σου,
στη γωνιά καραδοκούν. 
Εσύ δεν φταις για τα φονικά σου 
τα ακριβοδίκαια μοιρασμένα.
Ούτε και για τα λουλουδάκια που
φυτρώνουν στα πλευρά 
των τάφων των μαρμάρινων που 
φυτεύεις κάθε άνοιξη. 

Ωχ πως τ' αγαπούσα τα μάτια σου
και τις χαρακιές στο σώμα
Αγαπημένοι οι χιλιάδες θάνατοί σου 
γραμμένοι πάνω μου παντού 
Ήταν σαν σύρματα με αγκάθια που 
ήθελα να με τυλίγουν 
για να σκίσουν το κουστούμι που
κουβαλούσα χρόνια.

Σε θυμάμαι όταν γυρίζουν τα πουλιά
Κι όταν ο κόσμος αναπνέει επιτέλους 
Σαν ανακούφιση από χειμώνα βαρύ
σε θυμάμαι
Και σαν ελπίδα που ετοιμάζεται ν' ανθίσει.


Περί αθωότητος

Φιλιά σακατεμένα, παλιά, 
Γλυκοπικρά ξεθωριάσματα.   
Λίγα αδιάκριτα φιλιά παλιά. 
Μες το κλουβί πουλιά. 

Χοντρό αλάτι στο κρεβάτι
σκόρπιο
Τα ξόρκισες, σε ξόρκισαν
τα φιλιά. 
Φαντάσματα σε χαλάσματα. 

Αγαπηθήκατε Δεκαπενταύγουστο
Γνωριστήκατε μεγαλοβδόμαδο. 
Μισό καλοκαίρι στο μεσοδιάστημα. 

Και σου ´μειναν κάτι στριμωγμένα φιλιά. 
Στα ράφια σκονίζονται και περιμένουν σαν παλιά βιβλία. 
Διαβασμένα κάποτε με πάθος μα μισοξεχασμένα πια. 

Ωραία που παλιώσαμε κι εμείς!
Μηχανές που δεν συντηρήθηκαν
και σκουριάζουν με αρχοντιά και χάρη. 
Και τα φιλιά μας τα παλιά
μερικά κολλημένα γρανάζια. 
Που κάποτε μας κινούσαν. 

Δεν είναι αθώα η αθωότητα. 
Ούτε και άμοιρη ευθυνών.
Κι ένα παλιό φιλί αδικαίωτο
είναι υπεύθυνο κι αυτό
για το δούναι και λαβείν
που δεν ευοδώθηκε.  


Παρασκευή 16 Μαΐου 2014

Μ.Χ.

Αυτή την μικρή διπλή ανορθογραφία
στ' όνομά σου την επέβαλλες γιατί
είχες να πεις πιο πολλά
απ' όσα λένε τα σωστά

Κοντεύουμε υπερήλικες,
μα εσύ
με κάθε νότα δονείς 
την παιδικότητά μας. 
Μας εξαγνίζεις με υφέσεις
Μας ξεκλειδώνεις με κλειδιά του Σολ
Κλειδιά του Φα
Και διαστήματα και παύσεις. 

Έτσι σε αγαπήσαμε. 
Διπλά ανορθόγραφο. 
Διπλά εραστή του πιο αθώου εαυτού. 


Τετάρτη 14 Μαΐου 2014

Γερνάω θα πει

Γερνάω θα πει
ξεχνάω τα νέα
θυμάμαι τα παλιά. 


Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

40 μέρες


Ερωτεύτηκα μια παγωμένη κοπέλα 
Με πρόσωπο καθαρό και βλέμμα σκληρό, κρυστάλλινο. 

Χώθηκε σαν βράχος από γρανίτη βαθιά στο πλευρό μου
και δεν κατάλαβε τίποτα. 

Έψαξα λαίμαργα κοιτώντας την να βρω την κρυμμένη ατέλεια.
Μετά σάρωσα εξακολουθητικά το πρόσωπό της στην μνήμη μου. 
Κακόβουλα και εκδικητικά. 
Και δεν βρήκα ούτε μια φακίδα τοποθετημένη λάθος.
Ούτε μια τούφα απ´ τα μαλλιά της λιγότερο από τέλεια. 

Δε με βασάνισε όμως τόσο αυτό, 
όσο ο αδιάφορος τρόπος που με κοίταξε βαθιά. 
Σαν βρυκόλακας έμπηξε το βλέμμα της στα μάτια μου
κι άρχισε να σκάβει αθόρυβα και αργά, ψυχρά, αποφασιστικά και αδιάφορα. 
Πέρασε από τον οισοφάγο στο στήθος,
και μετά στο στομάχι μου. 
Και το αλώνισε. 

Ήταν καθαρή, σκληρή, κρυστάλλινη.
Ήταν παγωμένη. 
Κοφτερή. 
Αστραφτερή. Ήταν. 


Μια τέτοια πέτρινη αγκαλιά θέλω.
Απόλυτα όμορφη κι απόλυτα αδιαπέραστη. 
Να με τραβήξει στην ερημιά της σαν τον Άγγελο. 
Να με κολάσει στα άνυδρα πεδία της σαν τον Διάβολο. 
Να κλειστώ μέσα της. 
Να λείψω από τον κόσμο για 40 μέρες.
Και να εξαγνιστώ.  


θυμάμαι θα πει...

στην πρύμνη η μνήμη
άγκυρα,
μπροστά σκαλισμένο
ένα "μένω"

άλλοι γεννιούνται
αλυσόδετοι
κι άλλοι στα πόδια
φτερά

στην πρύμνη η μνήμη
σημαία
στην πλώρη δεμένο
ένα "μένω"

άλλοι γεννιούνται
αμνήμονες
κι άλλοι αγαπούνε
τις χίμαιρες

σφιχτά με δεμένα τα μάτια
τα μάτια τους
μην τύχει και δουν!
τι θα κάνουν;!!!!


Άλλοι γεννιούνται με φτερά. 
Άλλοι με αλυσίδες. 
Πιο τραγικοί όλων αυτοί που γεννήθηκαν
με φτερά στις πλάτες
και ψαλίδια στα χέρια.
Οι αυτοευνουχιζόμενοι
που άβολα αλλά σθεναρά
κόβουν, κόβουν, κόβουν. 

Ούτε καν αυτόχειρες άξιοι σεβασμού.
Μόνο σέρνονται σαν σκουλήκια.
Διαπράττοντες το αντιπροπατορικό
-το μέγιστο των αμαρτημάτων- 
χλευάζουν τη φύση τους. 


Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Παρελθοντική φαντασιολαγνεία

Διότι δεν ειναι αναμνήσεις κάποιου ωραίου παρελθόντος
Αλλά μιας ωραιοποιημένης εκδοχής του....


Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Η Άννα κάποτε

Την γνώρισα την Άννα,
κάποτε.

Αναρωτιόμουν χρόνια πως να είναι.
Να είναι μοιραία και βαθιά;
Να 'ναι συγκλονιστική όπως το τραγούδι της;
Να σου καρφώνει το βλέμμα της το στήθος,
σαν εκείνες τις μεγάλες σκουριασμένες πρόκες
που καρφώναν κάποτε τον Χριστό;

Να 'ναι άραγε η Άννα αντάξια του τραγουδιού της;

Την γνώρισα την Άννα κάποτε.
Όπως όλες οι μούσες...δεν είχε ιδέα.  


Σάββατο 19 Απριλίου 2014

Δύο αρνήσεις

Δεν σ´ αγαπώ. 

Μόνο μι' ανάμνηση του σώματός σου με ενοχλεί ακόμα,
ακίδα ξύλου που χάιδεψα μια παλιά μέρα 
κι εκείνο για ανταπόδοση με κέντησε 
λίγο με πονηριά και λίγο με πάθος αληθινό.

Δεν σ´ αγαπώ.


Παρασκευή 18 Απριλίου 2014

Κι εσύ τέκνον μάνα;

Μάνα μου ανημπόρεσα
και ποιος θα με προστρέξει;
Ειναι ο καιρός μου χαλεπός
και δεν μπορεί ν´ αντέξει. 

Μάνα ειν´ ο νους μου αφύλαχτος
κι οποίος θελήσει μπαίνει
και σεργιανάει τις βόλτες του
κι αν βαρεθεί μου, βγαίνει 

Θάρρητα δεν μου απόμειναν 
Σκιάζομαι τους ανθρώπους 
Όλοι τους κάτι ζήτηξαν
και πήραν για το βιός τους

Μάνα μου αγάπη δεν γροικώ
κι αλήθεια δεν ηξεύρω
Όλοι με κοροιδέψατε
κι έμεινα να υποφέρω. 


Κυριακή 6 Απριλίου 2014

Αυτό που σπανίως συμβαίνει

Από τη στιγμή που γεννιέται, 
ο άνθρωπος ξεκινά να κυοφορείται,
μέχρι να βγει απο το τσόφλι του,
ν´ ανθίσει η πραγματικότητά του,
να αναδυθεί αυτό για το οποίο 
μια απίθανη αλληλουχία συμπτώσεων
τον τράβηξε από το μαύρο της ανυπαρξίας 
στο φως για ένα ελάχιστο στιγμιότυπο.

Αλλά αυτό ...
σπανίως συμβαίνει. 


Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Πειράζει

Είναι τα σώματα κρυψώνες
που τα ζητάς
κάπως να βγάλεις τους χειμώνες 

Και τα φοράς να ´σαι ζεστά
αλλά δεν είναι αρκετά
Και τ' αγαπάς, να 'σαι καλά,
αλλά δεν είναι αρκετά

Κι έτσι όταν ξεχειμωνιάζει
να τους φεύγεις, δεν πειράζει.

Είναι κι ένα σώμα σπίτι
που το ζητάς χρόνια
σαν να σου ανήκει

Δεν τα κατάφερες ποτέ
να το φορέσεις 
και να νιώσεις πως είναι να είσαι εσύ

ωστόσο υφίσταται.


Για τον δρόμο

Είμαστε καράβια 
σε φουρτούνα
σε ανοιχτό λιμάνι.
Πέφτουμε ο εις στον άλλο
στα ρηχά και τσακιζόμαστε.


Τα μαλλιά

Άσε τα μαλλιά σου στο τραπέζι
Θα τα κόψω με το μαχαίρι της κουζίνας

Ψάχνω στις τσέπες μου να βρω το γιατρικό σου
είναι όμως τρύπιες και οι δυο
και ό,τι και να 'χα εκεί γλίστρησε και χάθηκε

Άσε τα ματιά σου στο άνοιγμα του πουκαμίσου μου
Θα το κόψω με το ψαλίδι σου.

Ξεχνάω και θυμάμαι επί σειρά λαθών
και κολυμπώ στο βάθος των νερών σου.

Αυτός ο τρόπος που αρθρώνεις το θήτα 
απ´ το βαθύ μ' ανατριχιάζει
Μέσα μου μεγαλουργεί.

Αυτό θα πει προβολή.  


Αγαπώ - Δεν Αγαπώ

Βρήκα έναν ασφαλή και καθώς πρέπει τρόπο 
να αυτοκτονώ. 
Αγαπώ-Δεν Αγαπώ

Κι ας είναι ζεστό ψωμάκι 
το σώμα σου 
κι ας κολλάει πάνω μου 
κι ας τυλίγομαι γύρω του 
τους πάγους μέσα μου
δεν τους αγγίζει τίποτα

Αγαπώ-Δεν Αγαπώ
Το μυστικό μου!


Περί συναφείας

Η γαρ πολλή συνάφεια 
γεννάει την αντιπάθεια.
Αγάπη μου από μακρυά,
το πάμε ευθεία για μπελά.

Είσαι ζεστή σαν το ψωμί, 
γλυκιά είσαι σαν το μέλι.
Βλέπω την πίκρα να ´ρχεται
κι άλλο κεντρί μου μέλλει.

Έτσι αγάπη μου καλή 
όσο πιο αργά βρισκόμαστε 
τόσο πιο αργά αγάπη μου 
μαζί θα χωριζόμαστε.


Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

περί φωτός

Μετά
σ´ αγκάλιασα 
και μ´ έκανες κι εμένα φως...


Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Ο Ών

Τον χρόνο τον αμείλικτο και τον ευσπλαχνικό υμνώ. 
Τον βαρκάρη του Αχέρωντα.  Τον αστροκαταλύτη. 
Τον συλλέκτη των πάντων και ποιμένα του σύμπαντος. 
Στιγμών, δημιουργημάτων, ονείρων τον θηρευτή. 
Τον λυτρωτή, τον πανδαμάτορα. 


Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014

Γιατί τον φοβήθηκα


Οι άνθρωποι κάποτε θέλουν να δώσουν
Αλίμονο αν βρεθείς στο δρόμο τους
Σε φορτώνουν με όλη τους την πρόθεση
Σε διαβρώνουν με την απλόχερη προσφορά τους
Σε απατούν με την κατά συνθήκη ανοιχτή τους καρδιά
Σε ισοπεδώνουν, σε λειένουν, σε μαλακώνουν
Και σε αφανίζουν όταν σ´ αφήνουν

Οι άνθρωποι κάποτε θέλουν να πάρουν
Αλίμονο αν βρεθείς στο δρόμο τους
Σε ισοπεδώνουν με την ανάγκη τους
Σε απομυζούν σαν βρυκόλακες με τα νύχια και τα δόντια τους
Σε ρουφάνε μέχρι μυελού των οστών ωσμώνοντας την κενότητά τους
Σε δυναστεύουν στρατοί αχόρταγοι κι αδειάζουν τη γη σου
Και σε παρατούν αναιμικό και άγονο

Αλίμονο στους ανολόκληρους ανθρώπους.
Ψάχνουν πάνω σου να βρουν σαν τυμβωρύγχοι
τα χαμένα τους θραύσματα.
Σου φορτώνουν τις θλίψεις τους και τα κενά τους
Και σ´ αφήνουν να αναρωτιέσαι ποια δική σου έλλειψη
σε οδήγησε στον δρόμο τους να τυραννιέσαι. 


Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

Κλειστό παράθυρο

Μπρος το κλειστό παράθυρο 
θα βλέπω όλα όσα θέλω 
και θα σκέφτομαι:

Πόσο βασανίστηκαν άραγε οι βασανιστές μας;
Θα το μάθουμε ποτέ;
Και πόσο βασανιστήκαμε γι' αυτούς που τυραννίσαμε κι εμείς;

Τηρήθηκε το ματωμένο ισοζύγιο;
Δώσαμε ή πήραμε το παραπάνω αίμα;

Και έπειτα, 
πόσο αθώα υπήρξαμε τα θύματα; 

Σ´ αυτή τη λαίλαπα της Ιστορίας 
που λέγεται Άνθρωπος, 
άλλο πλάσμα δε βρέθηκε να μισεί τόσο πολύ 
τους όμοιους και την ύπαρξή του. 
Η πρόνοια του σύμπαντος κόσμου,
ευτυχώς,

φρόντισε να προστατεύσει εαυτόν 
βάζοντας αυτό τον Δούρειο Ίππο μέσα Του. 


Πόσων ετών είσθε;

Κοιτάω τον γέρο μου εαυτό πως συρρικνώνεται 
λες τα λεπτά που τον χτυπούν κάτι του παίρνουν.
Και με τρομάζει αυτή η εικόνα που μου δίνεται 
με χρησιδάνειο ακριβό και δύο λεπτά δεν περισσεύουν.

Βλέπω τον γέρο μου εαυτό πως συμπυκνώθηκε.
Φεύγει από εντός μου το νερό και μένει η ουσία.
Πόσο φοβάμαι αυτό που απέμεινε να μη δω
πως ήταν βάσανο φριχτό, πόνος με δίχως σημασία.

Είναι το μέσα μου ένα υπόλοιπο από άστρο 
που όλο πυκνώνεται και μαύρη τρύπα μοιάζει.
Θέλει να λιώσω κι ακατάπαυστα κοχλάζει
ως που να πέσει το απόρθητό μου κάστρο.   


10 εντολές η εξής μία

Να κλείσουμε μαζί την ηλεκτρική εικόνα 
Αυτή την πρέσα που συνθλίβει το μυαλό
Ν´ ακούσουμε την φωνή της μοναξιάς μας 
Και να δούμε πόσο ίδιοι είμαστε. 

Να πάρουμε στα χέρια τις ζωές μας 
και να πούμε: "Τώρα θα ζήσουμε"
Και Τώρα να ζούμε. Τώρα να ζούμε...

Στην αχανή, την απέραντη την έκταση του χρόνου 
σπέρνουμε ανάσες και θερίζουμε, 
πάμε, ερχόμαστε, πονάμε, αντέχουμε. 
Και μια εντολή μονάχα έχουμε: 
Να ανθίσουμε!

Και μια μοίρα μόνο δεδομένη: 
Πως περνάμε.


Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

Μηλοφάγοι, λωτοφάγοι

Τις μέρες αυτές που στραγγίζει η χαρά από το σώμα σκέφτομαι για τον αγώνα της ζωής. Όλο αυτό το "πολύ κακό για το τίποτα". Και την ενστικτώδη μανία με την οποία γαντζωνόμαστε από πάνω της. Για αυτούς από μας που δαγκώσαμε το μήλο οι μέρες περνούν με πόνο και κόπο. Γεννάμε παιδιά μοιραία που θα αλληλοσπαραχθούν. Πράττουμε τραγικά. Μπρος την απύθμενη πηγάδα του θανάτου κοιτάξαμε με δέος. Κι ύστερα δέσαμε τα μάτια και περπατάμε στον κόσμο τυφλόμυγα. 

Τι έχει σημασία; Την απέραντη θάλασσα της θλίψης μας ξεγελά μονάχα η χαρά του διαιωνισμένου είδους μας που κι αυτή συνοδεύεται από τον τρόμο της προστασίας της. Μας χλευάζει ο αυστραλοπίθηκος του Δαρβίνου ακόμα και στην πιο βαθιά εκδήλωση της αγάπης μας. 

Ο μηλοφάγος στέκεται απέναντι από τον λωτοφάγο. Ακριβώς απέναντι. Τον κοιτάζει με φθόνο. Η διαφορά μεταξύ παραδείσου και κόλασης έγκειται στο φρούτο που έτυχε να δαγκώσεις. Τόσο απλά. 

Κι όταν πάψεις να χαίρεσαι ξεκινάς να παλεύεις. Αυτή είναι η σειρά: Χαρά, γνώση, επίγνωση, απόγνωση.
Μετά είναι ο θάνατος. Κι ο μόνος τρόπος να τον αψηφήσεις είναι να πεθάνεις. Να γίνεις μια μελανή οπή. 
Με άπειρη μάζα αλλά άχρονος.  

Το ελάχιστο "γιατί" και η ειμαρμένη οδηγούν εκεί. 


Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

Η κονσέρβα

Με πρόδωσαν τα μάτια μου
Όλη η ζωή μου παραδόθηκε
στην ματαιοδοξία τους
Αγνόησα όσα η όραση δε βλέπει
και τιμωρούμαι δεόντως.

Εγκλεισμός σε κουτί κονσέρβας.
Ζων νεκρός
και με τον παλμό μου να αντηχεί
μεταλλικά και υπόκωφα
για να επενδύει ρυθμικά
την ειρωνεία του να ζεις...


Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014

Ξιφασκία

Ρίχνει το φως σκιά στην πόλη
Κι όλα μαζεύονται και κρύβονται
Εγώ κρύβομαι πιο βαθιά απ´ όλα
Φοβάμαι μην αγαπήσω.
Θα βρει αντίπαλο ο χρόνος 
και τότε για τι θα 'χω να γκρινιάζω;

Πίσω από τα κτίρια και τους ανθρώπους
δεκαετίες σχεδόν τέσσερις μπουσουλάω
Το κεφάλι μου έμεινε τριών ετών
και το σώμα γερνάει ανυπόφορα

Έχω ένα ξίφος μεγάλο και τρυπάω
όποιον βρω, όπου βρω.
Κι όταν δε βρίσκω στόχο 
το χτυπάω στην καμπούρα μου.
ένας κατάδικος είμαι που τον χορεύει 
και τον κεντά η λεπτή του αιχμή.  


Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

"Αυτό που μέσα μου σκάβει κοιτάσματα"

Πουλάκι μου γλυκόφωνο
και μοσχαναθρεμμένο
στο στήθος μου και στην καρδιά
που σ´ έχω φυλαγμένο

Σιγά σιγά πως με τρυγάς
Το μέσα μου πως τρώγεις;
Καλό που χρόνια με γλεντάς 
Χρυσό καιρούς με λιώνεις

Πουλάκι στο κλουβάκι σου
πως σ´ έχω μεγαλώσει 
Και τώρα τρως τα σπλάχνα μου 
και σ' έχω μετανιώσει 

Σαν ποντικός Χριστούλη μου
σκάψε μου το κορμάκι
και έβγα έξω, δε βαστώ
άλλο τέτοιο φαρμάκι. 


Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2014

Η πτώση των υποκειμένων

Ανάμεσα σε δυο λέξεις ανατρέπεται η ζωή
κι οι δρόμοι ξανασπέρνονται με απώλειες
Αν και ζούμε χάνοντας
Αν και χάνουμε ζώντας
Ωστόσο ποτέ δεν μαθαίνουμε.
Ποτέ δεν συνηθίσαμε.

Ρίμες φτηνές και κατανάλωση
- τα δικά μας τραγούδια
παράφωνα λουλούδια
σε μια ανθοδέσμη από γαρύφαλλα
του νεκροταφείου.
Οι πιο πολλές μέρες κοινές
σε επανάληψη
εκδίδονται στον δρόμο
που ανθεί το εμπόριο λευκής σαρκός
και μελανής ψυχής.

Προσοχή κυρίες και κύριοι!
Προσοχή!
Όταν ανοίγετε τα ντουλάπια
υπάρχει πάντοτε κίνδυνος πτώσης
υποκειμένων.
Απογειώσεις και προσγειώσεις η ζωή
κι όλο και κάποια δελεάζονται
κι αυτοκτονούν
προς την αγαπημένη σας κάρα.
Καμιά φορά και εντός αυτής.
Να!  Για παράδειγμα,
οι αναπληρωματικές της ατελούς πρώτης, αγάπες
που επιτελούν πλημμελώς τον ρόλο τους
- εξ ορισμού -
και γκρεμίζονται ηρωικά.

Ρίμες φτηνές και κατανάλωση
- τα δικά μας τραγούδια
παράφωνα λουλούδια
σε μια ανθοδέσμη από γαρύφαλλα
του νεκροταφείου.
Οι πιο πολλές μέρες κοινές
σε επανάληψη
εκδίδονται στον δρόμο
που ανθεί το εμπόριο λευκής σαρκός
και μελανιασμένης ψυχής.


Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

ορισμοί

αυτό το ελαφρύ, το ευτελές, το εύθραυστο
αυτό που ανατρέπεται σε δυο λέξεις μέσα
που καμιά φορά αρκεί κι ένα "όχι" ή ένα "ναι"
για να το εκθεμελιώσει.
αυτό το μαγικό, τ' ονειρικό, το άπιαστο
αυτό που ταλαντεύεται αδιάπαυστα, μεθυστικά,
πότε από 'δω και πότε από 'κει και ποτέ
δε βρίσκει τρόπο να ησυχάσει. 


Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2014

Ο χαλαστής

Στη γειτονιά του υπήρχε ένα μαγαζάκι. 
Από 'κει τα είχε πάρει όλα
αλλά τα ξόδεψε αλόγιστα τα "σ' αγαπώ" του
και ξοδεύτηκε κι αυτός

Τώρα δε του έμεινε ούτε "σ' αγαπώ" να πει
ούτε κουράγιο

Μια μέρα έτσι τόσο ξαφνικά πέσανε τα χρόνια του σαν βροχή στο κεφάλι του 
κι η αγάπη σαν κατάρα 
Ούτε τα μεν μπόρεσε να τα ζήσει
ούτε την δε γνώριζε πως να κρατήσει στα τρύπια του χέρια 

Εκείνο το μαγαζάκι 
-που άνοιξε ένα πρωί και το ίδιο βραδύ έκλεισε για πάντα-
το θυμόταν με νοσταλγία άλλοτε
κι άλλοτε με μίσος.

Δεν κατάφερε και πολλά στη ζωή του. 
Ένα κατάφερε κι εκείνο ημιτελώς κι ατέχνως. 
Έγινε κατά το ήμισυ αυτό που χαϊδευτικά του προσέπιπτε η μάνα του:
Χαλαστής.  
(τη μαστοριά δεν μπόρεσε να την επιτύχει)


Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2014

Οι λάμπες


Ζω σ´ ένα σπίτι χωρίς λάμπες.
Οι προκάτοχοί του φεύγοντας πήραν τα πάντα. 
Τα βράδια περπατώ στα τυφλά
κι ακούω τα μονά βήματά μου.

Το σπίτι μου, μου το λεηλάτησαν οι πρόγονοί μου.
Το μαύρο κυπαρίσσι στην αυλή και τα πουλιά τα έσφαξα εγώ μόνος.
Για να ´χω μερίδιο στην κληρονομιά τους.

Κι ακόμα να καταφέρω να δω! 
Πως να δεις όταν έξω είναι σκοτάδι
κι όταν μέσα είναι σκοτάδι
κι όταν οι λάμπες αφαιρέθηκαν;

Ανοιχτά καλώδια να περνάς ανάμεσα με κίνδυνο ζωής
και τραπεζάκια διάσπαρτα σε συνεχώς μεταβαλλόμενες θέσεις
για τους μικρούς καθημερινούς πόνους.

Αφαίρεσαν τις λάμπες
άφησαν όμως τα πονηρά τραπεζάκια,
τα γυμνά καλώδια
και ένα τσουβαλάκι με παλιακό ρύζι στην αποθήκη
που όλο λέει να βγάλει πεταλουδίτσες
- μπας και πετάξει κάτι σ´ αυτό το σπίτι -
κι όλο την απόδραση αναβάλει επ´ αορίστω...


Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2014

Εξιλέωση

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που αποτυγχάνουν να κατανοήσουν την πίκρα τους.
Ένα γρανάζι τους γυρίζει και τους μασάει στα δόντια του.
Κι η πόρνη η ζωή τους ζητά να συλλέγουν απώλειες σαν παλιά νομίσματα.
Κάθε μέρα αμαρτωλοί.
Κάθε μέρα να υποφέρουν.
Και έτσι κάθε μέρα να εξιλεώνονται.

Παγίδα

Αντιλήφθηκα την μονιμότητα της στιγμής.
Και το εφήμερο του αιώνιου. 
Ελευθερώθηκα. 
Ποτέ ξανά μην αφεθώ στην παγίδα της επένδυσης. 
Ξόδεμα. 

Μόνο ξόδεμα.