Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2015

Περιττό

Ύστερα κατάλαβες.
Άρχισες να μου μιλάς με φωτογραφίες.
Πότε με πλάτες γυρισμένες
και προσφάτως με ζευγάρια αδιαφορίες.

Στέκομαι απέναντί σου.
Μήπως κι εγώ τι;
Αντί να δεχτώ το δώρο σου
κλείστηκα σπίτι
και καμπούριασα και μίκρυνα
μες το ασφαλές και το γνωστό.
Μήπως κι εγώ,
τι περίμενα να καταλάβω
από το ωραίο της ζωής;

Αποφάσισα να σε δέσω στην καρέκλα
και να τεμαχίσω την ολόσωμή σου αγάπη.

Μια καλαμιά ήμουν
που χορεύει στον άνεμο,
στον κάμπο δίπλα σ´ ένα βάλτο
κι εσύ χελιδονάκι.
Πως να αγαπηθούμε;


Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015

Θες αγάπη; Πάρε ένα σκύλο

Οι άνθρωποι για να αγαπήσουν απαιτούν λογική και βεβαιότητες. 
Περιμένουν ανταπόκριση και είναι αυτό κατά μία έννοια ένα συναισθηματικό αλισβερίσι. 

Οι άνθρωποι "αγαπούν", "ερωτεύονται", "συνδέονται", υπό προϋποθέσεις. Επειδή. Όχι, παρόλο που. 

Η Πηνελόπη είναι πλάσμα του μύθου. 
Η Ιφιγένεια θυσιασμένη.  

Τα υπόλοιπα φιλολογικές αηδίες. 

Θες αγάπη; Πάρε ένα σκύλο. 


Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

Στοιχηθείτε

Με κάτι καχεκτικά κουπιά παλεύουμε
ενάντια στο ρεύμα του καιρού. 
Κι ενώ το μέλλον μας πάει εμπρός μ´ ορμή
εμείς με μανία κωπηλατούμε προς τα πίσω,
με τα χεράκια μας, 
με τις ψυχούλες μας. 
Κουτάλια κρατάμε κατάδικοι και
πότε σπρώχνουμε τα νερά
πότε σκάβουμε τα χώματα,
κάνοντας τρύπες αξιοθρήνητες. 

Τι γίνεται με τον καιρό;
Πως μας γυρίζει έτσι ανάποδα 
κι αντί να αγαπάμε αναπολούμε το ανύπαρκτο;

Πως γίνεται κι ο καθένας γίνεται 
ένας στρατιώτης 
με κουρασμένο βήμα.  
Με γελαστές διαταγές.  
Με ένα-δύο. 
Με μολύβι στα χέρια 
Με μολύβι στα πόδια
Με γρανάζια στο κουρδισμένο κορμάκι του. 

Ένας στρατιώτης έρημος,
άπατρις, ανέστιος, αναξιέραστος, 
στον ατέλειωτο πόλεμο του κόσμου. 



Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2015

Τα ανθρώπινα

Τίποτα ανθρώπινο 
δεν έχει ο άνθρωπος. 
Μόνο φτερά σπασμένα,
αινίγματα ανεπίλυτα. 

Λιγο κυνήγι και κρυφτό 
προλαβαίνει να παίζει. 
Ύστερα οχυρώνεται γερά,
γερνάει και ξεχνιέται.  

Τιποτα ανθρώπινο. 
Είμαστε μόνο φάροι. 
Βράχια και κύματα σκληρά γύρω. 
Αναβοσβήνουμε ολομόναχοι.


Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

Το λεύκωμα

Έλειπες καιρό.  
Ήρθες το βράδυ και κάθησες απέναντί μου. 
Κρατούσες μια φωτογραφική μηχανή. 
Έπιανες πεταλούδες και τις καρφίτσωνες σε ένα λεύκωμα.
Έτρεξα να ακουμπήσω την πλάτη σου για να γυρίσεις να με δεις. 
Μου ´πες "θα τα πουμε σε λίγο".
Έριξα τους ώμους στο βρώμικο πεζοδρόμιο. 
Έβαλα ένα ζευγάρι πολύχρωμα φτερά. 
Πέταξα γύρω σου. 
Με καρφίτσωσες σ´ ένα λεύκωμα. 


Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2015

Ησυχία. Γράφουμε.

Άκουσα
το χαρτί που γύριζε ο αέρας 
κι έδινε ρυθμό στο άηχο χάος. 
Έζησα 
τη ζωή μου σ´ έναν τόπο ήσυχο
χωρίς καθρέφτες και χωρίς ανθρώπους. 
Δίπλα 
στην έγχρωμη επανάληψη του χώματος
τα ρούχα μου λέρωσα και καθάρισα. 
Απέναντι 
δεν άντεξα κανέναν και δεν κράτησα,
μόνο ένα χέρι πουπουλένιο, παιδικό. 
Ονειρεύτηκα 
κάτι λίγο, μικρό κι απλούστατο
να ισοσκελίζει τον ορυμαγδό.