Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2015

Μαριονέτα

Είχα που λες καρδιά 
άγουρη και μικρή. 
Γρήγορα μεγάλωσε, 
βίαια ωρίμασε, 
και έπεσε στο χώμα. 

Και δεν κατάλαβα πως έφτασα πατέρα,
δυο βήματα πριν τα σαράντα,
εφτά χρόνων παιδί. 

Είχα που λες καρδιά.
Άγουρη κ μικρή. 
Μικρή μεγάλωσε. 
Μικρή ωρίμασε
και έπεσε στο χώμα. 

Και δεν κατάλαβα ποτέ μαμά αληθινά, 
τι με κουρδίζει και κουνάω 
χέρια και πόδια με σχοινιά
σαν μαριονέτα.  

Του αφελούς

Θέλεις να μ' αγαπάς χωρίς αντάλλαγμα;
Να κοιτάζω τ' όμορφο πρόσωπό σου,
να 'χω δυο μπάλες παγωτό χωνάκι,
ένα κρεβάτι ζεστό,
νερό στο ποτήρι,
και τ' όμορφο πρόσωπό σου απέναντι,
μ' εκείνο το φωτισμένο χαμόγελο το δροσερό.

Δεν έχω τίποτα να σου δώσω ανταποδοτικά.
Ούτε καν τον σκορπισμένο εαυτό μου.
Μην περιμένεις λοιπόν κάτι από μένα.
Εκτός ίσως από ένα παγωτό χωνάκι,
ένα ζεστό κρεβάτι,
νερό στο ποτήρι σου το βράδυ που ξυπνάς,
και ένα ματσάκι βασιλικό στο κομοδίνο σου.  

Ο λαιμός

Πόσα "αχ" να αντέξει αυτός ο λαιμός
Αλλοιώθηκε η ψυχή και ξεφτάει κι από λίγο
στην κάθε εκπνοή.

Σ' αυτόν τον κόσμο
που σαπίζει και ανασταίνεται,
που χαλάει και ανθίζει κάθε μέρα,
πόσα "αχ" χρειάζονται πριν τελειώσει.


Αποφοίτηση

Ζωγραφίζω πάντα αγόρια δίχως χέρια.
Με κοντά παντελόνια και γραμμικά μαλλιά.
Ελπίδα δεν έχω να συναντήσω το ζεύγος μου.
Αν και για ένα ζευγάρι χέρια έχω δώσει μισή ζωή.

Κοιτάζω πάντα με χρώματα πρώτα.
Αδρές γραμμές και πρωτογονικές φιγούρες
σκαρφαλώνουν στο λευκό μου χαρτί μηχανικά.
Τι να σου κάνουν τα χρώματα άμα δεν βλέπεις, σκέφτομαι.

Θυμάμαι πάντα εκείνη την φριχτή δασκάλα,
Παπαδοπούλου την έλεγαν, και τον τρόμο του τεστ.
Με αυτό τον τρόμο έζησα τριάντα χρόνια μετά.
Και κάθε μέρα "πρόχειρο διαγώνισμα" διαχειρίζονται τα μέσα μου.
Μα πως να γράψεις χωρίς χέρια;

Αχ, πόσο λαχτάρισα να αποφοιτήσω.  

Κλεψύδρα

Ράγισε η κλεψύδρα που σε γύριζε.
Ποτέ πια του αγγέλου σου νερό.
Ποτέ και του διαβόλου σου λιβάνι.

Μόνο δερβίσικους χορούς
γύρω απ´ τον εαυτό σου.
Και να ´σαι εσύ ο θεός σου.
Εσύ να ´σαι ο θεός σου.

Έσπασε η αλυσίδα που σε τύλιγε
και τώρα πια θα σέρνεσαι αυτοβούλως!
Θ´ αλλάξει τάχα, κι η ζωή σου η απνευστί.

Μόνο σισύφειους δεσμούς
γύρω από τ´ όνειρό σου.
Και να ´ναι ο θάνατός σου
το βήμα στο χορό σου.