Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

Το χέρι

Μια πίκρα στην παλάμη μου
ασφυκτιά. 
Κι είναι το σώμα μου καπάκι 
από πηγάδι. 
Άπειρα βάθη και σκοτάδια 
κουβαλά. 
Και το στομάχι μου βυθόμετρο
σημαδεμένο. 

Έγχυση έκανα στις λέξεις μου
με μίσος
όσες προλάβαινα αναθυμιάσεις.  
Μα πνίγηκα. 
Κι ακόμα ζω μέρα τη μέρα μου
κουτσαίνοντας. 

Κάθε βράδυ λέω πως κατάλαβα
το παιχνίδι
κι ανακατεύω την τράπουλα με νέα
σιγουριά.
Κάθε πρωί το ίδιο "χέρι" στο χέρι μου

γαντζώνεται. 

Ηρωικά

Θέλω να κάτσω στο παράθυρο
να βλέπω το χιόνι
ως το πρωί.

Ήσυχες πτώσεις, ευγενικές,
στην αθόρυβη νύχτα,
φως σημειακό.

Ζευγάρι κουρτίνες αμφίπλευρα
να πλαισιώνεται η πτώση
πτυχές μετάξι.



Στο δωμάτιο όμως, τους τοίχους
τρυπήσανε σκουλήκια
και τρώνε σοβάδες.

Σε λίγο θα εξαφανιστεί ολόκληρο
από μικροσκοπικά στόματα
κι αόρατα στομάχια.

Αυτά που κινούν σύμπαν και χρόνο.
Εδώ απομένουν μονάχα
ηρωικές πτώσεις.