Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015

Στους χρόνους που περνάνε

Το σπίτι μου είναι στοιχειωμένο.
Αγγίγματα παλιά κρέμονται
από τους τοίχους και τα ταβάνια.
Φωνές, φροντίδες και σκιές.
Καρφωμένα στα πατώματα.
Ψάχνω μέρος να περάσω
και να μην τα πατήσω.

Ποιος να μπει στο σπίτι μου;
Στιγματισμένο είναι.
Τα ντουλάπια και τα κρεβάτια του.
Τα σεντόνια και τα πιάτα.
Τα ρούχα μου κρατούν όλες τις μυρωδιές.
Το παρελθόν βελονισμένο στα μάτια μου
σχηματίζει άσβηστες εικόνες.

Έτσι,
σιχάθηκα τα ίδια λόγια
και τα ίδια βλέμματα
στους καινούργιους ανθρώπους.
Δεν είναι δικά μου αυτά τα λόγια που ξαναλέω.
Δεν είναι δικά μου αυτά τα χέρια που χαϊδεύουν.
Είναι δικά τους.  Είναι δανεισμένα.
Κι όσο ξαναμιλάω γεμίζει το στόμα μου σάλιο κι αηδία.
Κι όσο αγγίζω γεμίζουν τα χέρια μου λάσπες.
Κι όσο αφήνω...αφήνομαι κομμάτια στους χρόνους που περνάνε.


Νερό

Ξάπλωσα δίπλα σου.
Ο ήλιος σε έλουζε ανηλέητα. 
Μετρούσα με τα μάτια μου 
τους σφυγμούς σου στον λαιμό.
Έκλεισα τ´ αυτιά μου
να μειώσω
την επίδρασή του κόσμου
να εντείνω
την επίδραση του χτύπου
να κοιτάζω
το αίμα που ρέει στη φλέβα.

Μετά τα μάτια
λαχτάρισα το σώμα σου
σαν το νερό.
Αλλά νερό ήσουν.
Ένα ακόμα πλάσμα της φαντασίας μου.
Και κύλησες.  


Ο Έλλην παλαιστής Φαίδρος

Ο Φαίδρος, Έλλην παλαιστής,
έζησε και ήκμασε περί το 386 π.Χ. 
Η τέχνη του απαράμιλλη υπήρξε. 
Αγάπησε την πάλη περισσότερο από τη ζωή. 
Ξόδεψεν τις ημέρες του ασκούμενος. 
Το σώμα του αποτέλεσε το μέγιστο επίτευγμά του. 
Στιλπνόν πάντα. 
Εύγραμμον.
Ήκιστα λιπώδες.

Ο Φαίδρος, άγαλμα του Πραξιτέλους, ζωντανό. 
Ανίκητος. 
Κανείς δεν κατάφερε να πιαστεί από το κορμί του και να το ρίξει. 
Έλαιον παντού καλυμμένος. 
Ηδονικός στην όψη μα απρόσιτος.
Ο Φαίδρος κατέστρεψε όσους τον άγγιξαν στην παλαίστρα.
Η εύπλαστη πλάτη του, τα χέρια του τα σιδερένια,
τα ακούνητα πόδια του, τα αγαλμάτινά του μάτια,
δεν επέτρεψαν κανενός είδους πτώση.
Καμία κίνηση.
Ο Φαίδρος ήτο βράχος.
Όστις ετόλμησεν να τον συναντήσει στην παλαίστρα...τσακίστηκε.