για το ευγενές αυτής και το ανόητο,
συντάσσομαι,
με το επόμενο προς εξαφάνιση είδος,
αδυνατώντας να εξελιχθώ.
Γνωρίζω
την παγίδα αυτή την όμορφη και την θανατηφόρα.
(Λες η πεταλούδα να μην ξέρει;)
Φως, εσύ, του αφανισμού,
σε παρακαλώ,
κλείσε με σε έναν πίνακα,
σε ένα τραγούδι,
σε μια πιθανότητα ελάχιστη,
κι άσε με εκεί.
Πόσα καλοκαίρια μου δόθηκαν
για να εμπεδώσω το ψέμα;
Πόσοι χειμώνες
για να αγαπήσω την απάτη;
Δεν πέρασε αγάπη μου από πάνω μου ο χρόνος.
Αγνοήθηκε κι αυτός, όπως και όλες οι πραγματικότητες.
Κι έτσι σώθηκες.