Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Συμπερασματικά

"...εις το αλώνι εκείνο του χάρου, 
εις τον κήπον εκείνον της φθοράς..."



Μια ηλιόλουστη μέρα 
θα πάω στο σούπερ-μάρκετ
και θα κρεμαστώ
στο πιο ψηλό ράφι. 

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2016

Περί ύπνου

Σηκώνεται από τον απογευματινό ύπνο
Αργά. Απρόθυμα. 
Κάποτε, ο πατέρας του κοιμόταν ολόκληρο το σαββατοκύριακο
για να ξεγελάει την πείνα του. 

Ύπνος. Παλιός οικογενειακός φίλος. 
Από ποια ένδεια κληρονομιάς τον φυλάει κι αυτόν;
Έχει ψωμί. 
Δεν έχει εαυτό. 

Ανέχεια κι αυτή!


Μόνο τη νύχτα

Σε λίγο, θα ονειρευόμαστε 
την παιδική ηλικία των παιδιών μας. 
Ήδη τα δικά μας νιάτα βουλιάξανε
σε κάποιο, αδιαπέραστο απ´ το φως, βάθος.
Μασάμε ασπιρίνες για να αντέξουμε το γκρι. 
Η πικρόξινη γεύση τους δε μας κακοφαίνεται πια.  
Φοράμε στολίδια για να αντέξουμε το τίποτα. 
Τα χρυσά και οι γυαλάδες τους, ό,τι μας απέμεινε. 

Να μας εξηγήσει κάποιος τώρα!
πώς δεύτερο το δεύτερο κερδίζεται η μέρα. 

Να μας παρηγορήσει κάποιος τώρα!
πώς δεύτερο το δεύτερο καταφέραμε μόνο τη νύχτα. 





Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2016

Ελάχιστες Ιστορίες - Η βότκα

Μου είπε την πιο κοινότυπη ιστορία του κόσμου. Μισομεθυσμένος. Μισοκαθιστός στο σκαμπό. Γυρτός στην γυαλιστερή μπάρα. Με μια βότκα σκέτη στο δεξί του χέρι. Και το άλλο κρεμασμένο στον ώμο κουλό. Μ' αυτή την άβολη στάση που κρατούσε το σώμα σε μόνιμη εγρήγορση. Τιμωρούμενο. Να μη βολεύεται πουθενά και να μη ξεκουράζεται ποτέ.  

"Η αλήθεια είναι ότι νιώθω πως ποτέ δεν αγαπήθηκα ειλικρινώς γι' αυτό που είμαι. Αγαπήθηκα μόνο γι' αυτά που έκανα.  Για εκείνα που μου εκμαιεύτηκαν.  Αυτά που μου έστυψαν από μέσα μου."

Η φωνή του δεν είχε κανένα χρώμα.  Κανένα συναίσθημα. Μιλούσε για τον τραγέλαφο της ζωής του και μιλούσε σα να διαβάζει φωναχτά μια συνταγή μαγειρικής. Ή το δελτίο καιρού.  
"Οπότε δεν έχω ακόμα μια ακριβή εικόνα του ποιος είμαι και τι θέλω. Δεν ξέρω. Δεν είχα ποτέ πραγματικά δικές μου ανάγκες. Ούτε επιθυμίες. Οι περισσότερες συνθλίφτηκαν ή και αντικαταστάθηκαν από άλλες. Ξένες. Έμαθα να θέλω να είμαι καλό παιδί...ενώ δεν είμαι. Έμαθα πως ήμουν κακό παιδί. Ούτε αυτό ήμουν. Έμαθα να ικανοποιώ τους άλλους για να πάρω ικανοποίηση."

Σταμάτησε να πάρει μια ανάσα. Λιγοστός κόσμος στο μπαρ. Καθάρισε ένα φιστίκι Αιγίνης και το έβαλε στο στόμα του βαριεστημένα. Έριξε μια ματιά στον περίγυρο. Εκτός του μπάρμαν, δυο κοπέλες χαχάνιζαν σ' ένα τραπέζι πιο δίπλα. Μόνο εγώ τον άκουγα. Δεν του άρεσε. Το μοναδικό συναίσθημα που είδα στα μάτια του ήταν αυτό. Ήθελε κοινό. Ένιωθα ότι είχε επαναλάβει την ιστορία αυτή χιλιάδες φορές. Στον εαυτό του και σε άλλους πριν από μένα. Μια βαρετή, ασήμαντη ιστορία. Όπως όλες. Και το ήξερε. Το ήξερα κι εγώ. Αφεθήκαμε όμως και οι δυο στο σενάριο. Εκείνος έπρεπε να την επαναλαμβάνει. Κι εγώ να την ακούω.  

"Νιώθω ένοχος όταν απογοητεύω τους άλλους. Λιγότερο ένοχος από όταν απογοητεύω εμένα. Δεν έχω ταυτότητα.  Καταλαβαίνεις;"  Και πριν απαντήσω, "Είμαι πολλοί άνθρωποι μαζί. Για την ακρίβεια δεν είμαι κανένας. Τίποτα. Είμαι το τέρας Φρανκενστάιν. Είμαι κολλημένα κομμάτια αλλότριων επιθυμιών."

Τέλειωσε τη βότκα με μια γενναία γουλιά. Έκλεινε έτσι την πράξη αυτή.  Κι ύστερα δεν μίλησε για κάμποση ώρα. Μας κοίταξα τους δυο για μια στιγμή στον μεγάλο καθρέφτη του μπαρ. Αυτή τη διπλή αντανάκλαση ανάμεσα σε δεκάδες πολύχρωμα μπουκάλια και λαμπάκια που αναβόσβηναν. Σκιές. Φώτα. Περιγράμματα.

- "Άπαντες ηττημένοι. Αυτοί, εσύ, εγώ. Όλοι. Όλοι στο τέλος χάνουμε."  Είπε και σηκώθηκε απότομα σαν σούστα.  
- "Επειδή θα πεθάνουμε;"
- "Επειδή δεν ζήσαμε..."

Ευτυχώς ξεκουμπίστηκε. Δεν θ' άντεχα άλλες κοινοτοπίες. Την τετριμμένη του κατάθλιψη. Τη μιζέρια του.  

Ζήτησα άλλη μια βότκα.  

"Η αλήθεια είναι ότι νιώθω πως ποτέ δεν αγαπήθηκα ειλικρινώς..."



Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2016

Δι' ασήμαντον αφορμήν

- Τι έπαθες;
- Είμαι.

Δι' ασήμαντον αφορμήν.
Υπήρξα.
Ασήμαντος αφορμή.
Υπήρξα. 



Παρ-ερμηνείες

Η εξήγηση είναι απλή.
Ο πόνος είναι μέθοδος.
Εμπέδωση και μνήμη.
Κατοχή.

Κι εγώ θυμάμαι τις ομορφιές του τόπου σου.
Η ευγενική μου φύση ουρλιάζει τις νύχτες σαν το τσακάλι.
Στις παρειές σου τρέφεται.  Στα γόνατά σου ξεχειμωνιάζει.

Κι ύστερα σ' ένα άγονο τοπίο, στεγνό
εκεί όπου όλα τα ενδεχόμενα παραμένουν πάντα ανοιχτά
ένας γελωτοποιός με πολλές μπάλες στον αέρα,
και δύο στα χέρια,
με τα αστεία ρούχα και τα στολίδια,
γελάει, γελάει, γελάει
υστερικά
και χα, και χα,  και χα,  και χααααααα
κι αόρατα παλαμάκια.

Η εξήγηση είναι απλή.
Ο πόνος είναι τρόπος.



Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Τα ασυμμάζευτα

Σ' αυτό το σπίτι το μοναχικό
σε συναντώ συχνά πατέρα.
Στα θραύσματα
των γκρίζων μαλλιών μου
στο νιπτήρα σε ξαναθυμάμαι
σε μια φωτογραφία στα χιόνια
όταν φοράω τα παλιά Rayban
στον καθρέφτη μου
και στα μάτια μου.

Κι όσο γυρίζω και σιγυρίζω
τα μονίμως ακατάσταστατα μέσα
το τσαλακωμένο παντελόνι
το πεταμένο μπουφάν
τα άπλυτα πιάτα,
αυτό το σπίτι το μόνο
μου λέει για τον πανικό σου
και τα σαράντα μας χρόνια.

Θα έρθω κάποιο βράδυ
να σου μιλήσω πατέρα.
Θα βρούμε έναν τρόπο
να συμμαζέψουμε τα ασυμμάζευτα
ή τέλος πάντων
να αυτοκτονήσουμε
με περισσότερη χάρη.



Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2016

Αγρυπνία

Τα βράδια, όταν χωρίζουμε,
χωριζόμαστε πάντα σιωπηλοί.
Άηχες κουβέντες λιγοστές.
Άιντε κι ένα νεύμα.
Ένα σκύψιμο ελαφρύ του κεφαλιού.
Κάτι σαν αντίο ντροπαλό.
Ποτέ περισσότερα.
Ύστερα η πόρτα κλείνει βιαστική.

Τα βράδια, όταν χωρίζουμε,
κανένα άγγιγμα δε μας αγγίζει.
Ό,τι ενώθηκε κι ό,τι αγγίχτηκε
είναι πια πίσω μας
και λουφάζει σαν τρομαγμένο θηρίο.
Ακούμε την καρδιά του
αλαφιασμένη, ασθμαίνουσα,
καθώς η πόρτα κλείνει βιαστική.

Τα βράδια, όταν χωρίζουμε,
ό,τι προηγήθηκε ξεχνιέται.
Ο ένας βουλιάζει σε ύπνο ανόνειρο.
Ο άλλος κατέρχεται
εφτά πατώματα ατέλειωτα, παλιά.
Σ' ένα ανάστροφο λαγούμι,
στην κοιμισμένη πόλη
ανοίγει μια πόρτα και βγαίνει.



Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2016

Εγχειρίδιο χρήσης

Γερνάμε, Ξένια.
Χάνουμε το παιχνίδι.
Γινόμαστε σκουριασμένες μηχανές
που δεν μπόρεσαν να αλλάξουν μια βίδα τους.
Οι κύκλοι μας πια αηδιαστικά όμοιοι.

Γερνάμε πάνω στην ίδια γραμμή
Τα αίματά μας μολύνονται παραπάνω.
Τα σώματά μας αποκαλύπτονται περισσότερο
και μας απογοητεύουν
στην επιφάνεια μια απόλυτα κυκλικής ανωμαλίας.

Γερνάμε ακατάπαυστα.
Παρασύρουμε, εκθέτουμε, λεηλατούμε
εαυτούς κι αλλήλους σκοτώνουμε με κάθε μέσο.
Σε ένα μόνο είμαστε καλοί.
Ακολουθούμε την μανιά τόσο πιστά, τόσο τυφλά.
Με τις οδηγίες, τις νουθεσίες και τους κανόνες της.
Κι ας μας ξεγέλασε η μαυροφορεμένη,
άκου να δεις,
κάτι ήξερε η σοφία της.
Για έναν σκοπό ήρθαμε εδώ και τίποτ' άλλο.
Για να παρακμάσουμε, Ξένια μου.




Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2016

Βάτος

Υπάρχει ένας τρόπος
να κρατάω
το φως στους δρόμους αναμμένο πάντα
να φοβάμαι
ακόμα στα σκοτεινά στενά
Υπάρχει ένας τρόπος
Αυτοπυρπολούμαι καθημερινά κι αδιαλείπτως
και περπατώ καιόμενος
Είναι ταλαιπωρία αυτό αν το σκεφτείς
τουλάχιστον όμως βλέπεις που πατάς

τα τραγούδια
από τα δεκαπέντε μου με φάγανε
οι στίχοι τους
με τρίψαν σαν τραχιά γυαλόχαρτα
έγινε λεπτή η ψυχή και δεν αντέχει πια τίποτα
διαφάνεψε

οι λέξεις
ένας αποκαλυπτικός μανδύας συγκάλυψης
που τον φοράω κάθε μέρα στους ώμους μου
κι όταν σας βλέπω τον περνάω στο κεφάλι
Δεν κρύβω βέβαια αινίγματα στα μανίκια μου
μόνο προσεκτικά χαραγμένα αλλεπάλληλα "γιατί"
στους πήχες των χεριών μου
που τα αφήνω να χάσκουν χωρίς ράμματα

και οι ρίζες μου
στουπιά βουτηγμένα στην βενζίνη
φιτίλια κι άκρες βραδυφλεγών υλικών
μια βάτος που περπατά


Υπάρχουν τρόποι πολλοί να καείς
Εμένα με διάλεξε ένας αργός



Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016

Θεολογικό

τι να κάνω;
έχω το διάολο μέσα μου.
με τραβάει απ' τα μαλλιά εδώ κι εκεί
και κυρίως εκεί που ξέρω
και που ξέρει πως θα συντρίβομαι...
είναι τόσο κακός που πολλές φορές
τον συγχέω με τον θεό.

Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016

Τα πιρουνάκια

Στην οικογένειά μας είμαστε όλοι ευγενικοί κι αγαπημένοι.
Πάντα τρώμε μαζί τα Κυριακάτικα μεσημέρια.
Μετά το καθιερωμένο ψητό, ή τα ψάρια,
ολοκληρώνουμε το γεύμα μας με τις καρδιές μας.
Μοιραζόμαστε αυτά τα ωραία πιρουνάκια του γλυκού από το Solingen
και τσιμπολογάμε ηδονικά ο ένας τον άλλο.
Είναι 18/10 ασήμι κι έχουν μια περίτεχνη επίστρωση χρυσού στην ράχη τους.
Έχουν τρία χέρια, τα δύο απλωμένα σαν σε δέηση προς κάποιον αρχαίο θεό των Ατζέκων,
με ομοιόμορφα φαγωμένες τις έσω άκρες τους.
Το μεσαίο, οξύ και αμετακίνητο, φαλλικά αυστηρό, είναι συνήθως πιο σιωπηλό.
Θα έλεγε κανείς πως με μια πρώτη ματιά,
τα εξωτερικά κάνουν όλη την δουλειά,
σκίζοντας την σάρκα με τις ευφυείς άκρες τους.
Όμως εμένα δε με ξεγελάνε τέτοια τραύματα επιπόλαια.
Είναι αυτό το ήσυχο, το απόλυτο, το ευθυτενές,  που μας αποτελειώνει.

Στο τέλος, μια φωτογραφική στημένη σε έναν τρίποδα απαθανατίζει την σκηνή.
Κοιτάμε όλοι,  χαρούμενοι και αποχαυνωμένοι από το φαγοπότι, το μάτι της
και περιμένουμε ν' αστράψει η επιβεβαίωση πως άλλο ένα γεύμα στέφθηκε με επιτυχία.
Η κοκκινωπή Polaroid όμως δεν δείχνει αυτό ακριβώς.



Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Η καρέκλα δίπλα

Γυρίζω πολλές φορές στην άδεια καρέκλα δίπλα μου
αγκαλιάζω την πλάτη της τρυφερά και σου λέω σ' αγαπώ
Είναι χρόνια πολλά που λείπεις κι έσβησε το πρόσωπό σου πια
ο χρόνος όμως είναι τόσο καλός μαζί σου, σ' αθανάτισε
Μαζί του φτιάξαμε ένα ολόχρυσο ομοίωμά σου και τ' αγαπούμε
περισσότερο την ώρα που ακούμε μια όμορφη μουσική
περισσότερο την ώρα που πίνουμε ένα κρασί στυφό
περισσότερο, και θέλω να αγκαλιάσω τους ώμους σου
περισσότερο, να σου πω πόσο ροζ νιώθω και πόσο ανάλαφρος,
περισσότερο σαν πούπουλο παρά σαν άνθρωπος φτηνός
Κι όλα αυτά επειδή σ' αγαπώ, ή έστω περίπου αγαπώ ίσως
εσένα, ή το ομοίωμα που αγκαλιάζω στην άδεια καρέκλα
δίπλα μου.