Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017

Χιονάτη

Συγχώρεσέ με αγάπη μου.
Στον έρωτά σου, καθημερινά,
χτίζω τον μύθο μου. 
Με τα μικρά σου χέρια εργαλεία μου,
τις μυρωδιές σου και τα χρώματα. 
Είναι το σώμα σου πεδίο δόξης λαμπρό. 
Τα χρυσά μαλλιά σου σιρίτια και παράσημα. 

Συγχώρεσέ με αγάπη μου,
όσο βρίσκεσαι εν τη βασιλεία σου. 
Πριν τα μάτια μου σε δουν,
πριν τα αφτιά μου σε ακούσουν,
πριν σε προφτάσει η αλήθεια. 
Συγχώρεσέ με πριν το στιλπνό κάτοπτρο
ρωτήσω κι απαντήσει:
Εσύ! Εσύ ο πιο όμορφος του κόσμου!



Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

Το μήλο

Ο γιατρός γέλασε:
"Όταν αλλάξει δέρμα το παιδί κυρία μου!"
Είναι απίστευτα σκληροί κάποιες φορές. 
Είχε ρωτήσει η μαμά, 
πότε θα γίνει καλά ο γιος της.
Μα το παιδί δεν ήταν φίδι!

Ύστερα μεγάλωσε.  
Βγήκε μια μέρα να πάρει τσιγάρα..
Δηλαδή τι βγήκε; 
Ούτε μέχρι το ασανσέρ δεν πρόλαβε να πάει. 
Είδε το πρόσωπό του στον καθρέφτη του κλωβού. 
Είχε πέσει το δέρμα του. 
Μόνο τα μάτια γυαλίζανε στις κόγχες, υγρά.  
Έκανε ήσυχα μεταβολή. 
Επιτέλους! Θα γινόταν καλά. 
Δεν χρειαζόταν πια τσιγάρα. 
Κάνουν λάθος πολλές φορές κι οι γιατροί. 
Το απρόσωπο παιδί ξαναμπήκε σπίτι. 
Χαρούμενο. 
Αλλά δεν είχε χείλη να γελάσει. 
Εκείνη τον περίμενε μέσα. 
Δεν είχε πρόσωπο ούτε αυτή. 
Κανείς τους δε γέλασε. 
Ύστερα σταμάτησε να την αγαπά. 
Το παιδί ήταν φίδι. 
Η γυναίκα μήλο. 

Κάπνισε ένα τσιγάρο. 
Κανείς κανέναν. 
Σύρθηκε στον κήπο. 
Χωρίσανε.



Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

Πορτοκάλια

τα πρωινά στο γραφείο βρήκα μια καινούργια ασχολία.
ξεφλουδίζω πορτοκάλια με τα δάχτυλα
και δαγκώνω την ψίχα στο μέσα της φλούδας τους.
ο καρπός δε με νοιάζει
μόνο να γδέρνω το έσω δέρμα τους με τα δόντια μου.

ύστερα μένουν τα ίχνη των δοντιών μου, δρόμοι χαραγμένοι
πάνω στο ακανόνιστα κομμένο σύνορό του
που γίνεται λεπτό, και διάφανο, κι αμιγώς πορτοκαλί.
ο καρπός δε με νοιάζει
μόνο να γδέρνω το έσω δέρμα μου με τα δόντια μου.



Το αντεστραμμένο και το ορθόν

Αυτή ήτον η Ακριβούλα 
η εγγόνα της γρια-Λούκαινας.
Φύκια 'ναι τα στεφάνια της,
κοχύλια τα προικιά της... 
κι η γριά ακόμη μοιρολογά
τα γεννοβόλια της τα παλιά.
Σαν να 'χαν ποτέ τελειωμό 
τα πάθια κι οι καημοί του κόσμου.


αντεστραμμένα βήματα.
το παρελθόν επέστρεψε.
τώρα το λένε μέλλον.
τα υπόλοιπα πεθάνανε παλιά.
στραγγισμένες μέρες κυκλώνουν
τα μάτια και τα βήματα.
γεμάτες πίσω οι ώρες.

να κλείσουν επιτέλους οι εκκρεμότητες.
να εκτιμηθεί δεόντως η ακριβή.
να σταματήσει αυτός ο μονότονος αυλός.
να τελειώσει το αρχέγονο μοιρολόι.
να καεί το παλιό.
να σωθεί το νέο.
να πάρει πάλι την σωστή σειρά η ζωή...

ή μήπως θα ήταν έτσι λάθος;



Πρώτο πληθυντικό

να μη μιλάω σε πρώτο πληθυντικό
εντάξει
αμέσως μόλις μου απαντήσεις
πως βιώνονται οι τόσοι θάνατοι
από το ένα φτωχό εγώ

να μην κοιτάω ταινίες με ιππότες
εντάξει
κι από τον μεσαίωνα, αν θέλω κάτι,
να κρατήσω μόνο τη νύχτα
μόνο την αιώνια νύχτα του

να μην ρωτάω για το αίνιγμα
εντάξει
πόσοι τάχα λύσαν το πρόβλημα
του πως αντέχεται το αβάσταχτο ζην;
μόνο η αιώνια νύχτα του




Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2017

Κυτταρικό

Απόπτωση
γι' αυτή τη μαριονέτα
του εαυτού μου,
για μένα λέω,
που
ζει και αναπνέει
κατά παραγγελία,
μα θα φροντίσω...

Αυτός μου λέει 
πως θα με λένε,
και γράφει καθημερινά
την ιστορία μου
κατά το δοκούν,
και με πηγαίνει
εδώ κι εκεί
θέλω δεν θέλω,
μα θα φροντίσω
την μαθημένη απόγνωση...

Απόπτωση φυσικά
για τις κλωστές του
για τα σταυρωτά του ξύλα
με τη σοφία του κυττάρου
να αντιστρέψω 
την δική μου
και την δική του 
ασοφία
να φροντίσω
την μαθημένη απόγνωση
την ψεύτρα 
να ξεμπροστιάσω...

και γαία πυρί μιχθήτω




Περί αισθητικής

τα σώματα μας ξεγέλασαν
οι καμπύλες και τα βάθη τους
οι φωτιές των αγαλμάτων
το φίλντισι κι η πούδρα τους
τα ολομέταξα και τα βελούδα
τα μάτια μας κορόιδεψαν

εκεί που περπατούσαμε
όπως τραγουδούσαν
κάναν το μπάνιο τους
κοιμόταν τον ύπνο τους
τα μάτια και τ' αγάλματα
τα σώματα και τα μάτια
η φαινόμενη τελειότητα
η ασήμαντη λογική
η εξακολουθητική αναζήτηση
της αισθητικής εξάντλησε
τους πόρους μας




Πορτρέτα 2

Νικόλαος Ελευθ. Βασιλάκης - [Το πονηρό]

Πλύνε το πρόσωπο
μισό ποτήρι πλαστικό
λίγο νερό και στα μαλλιά
ίσιωσέ τα,
μήπως ποιος σε βλέπει;
λευκός την άμμο πατάς
αλαφρύς
σκούπισε το πρόσωπο
προσόψι τριμμένο
σ' αυτή τη στενή βάρκα
κρατήσου μη φεύγεις
την ιερή πέτρα
εσύ άγιασες
πάρε την άμμο
σκέπασε
το αθόρυβό σου πέρασμα
το μικρό σου βήμα
το κουλούριασμά σου
το βραδυ
εδώ
πέθανες
την τελική σου επιθυμία
κέρδισες με το κορμί σου



Πορτρέτα 1

Γιάννης Κ. Ιωάννου

βουτάς ένα παξιμάδι
ξεχειλίζει η κούπα
κοιτάς στο παράθυρο
ένα μωβ φόρεμα
φοράει το σώμα σου
δεν έχει στήθος
το πήρε η μάνα σου
στέκεσαι αγέρωχος
στην σκιά του καθρέφτη
την φοράς σιδερωμένη
για τη μετά θάνατον
δικαιώσή της αγωνίας

διασταυρωμένος
φίνα φωνή τρεμάμενη
λέω πως έστω κι έτσι,
μέσω της καίριας
του πληρώματός του άφιξης,
αποκαταστάθηκε η θέση σου
παρίας χρυσός
σ' έναν άθλιο κόσμο
στο κατώφλι του παλιού
διωρόφου
άγνωστος στρατιώτης όχι
σκοπιά ναι
τι ψάχνεις με τα μάτια
τι ζητάς με το στήθος σου;
σκοπιά ναι
κλείσε την πόρτα

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Το 31 α'

Ξέφτισε η ζωή εφτά με πέντε.
Βούλγαρη - Σφαγεία, κομματιάστηκε.
Κρεμάστηκαν τα όνειρα στις χειρολαβές.
Τα μάτια στέγνωσαν.
Το βλέμμα έγινε τετράγωνο.

Πρώτα να παραχωρεί τη θέση,
ελπίζοντας,
και γρήγορα να του παραχωρείται
απέλπιδα.
Σώμα απρόσωπο, στριμωγμένο,
αφημένο χειμώνα-καλοκαίρι
στο ματαιωτικό πέρα-δώθε.



Έτερον ουδέν

Τα διπλωμένα του χρόνια
δεν κουβαλάνε τίποτα διδακτικό.
Ίσως μονάχα ένα μικρό εγχειρίδιο δίκοπο,
για το πώς να χαϊδεύεις με ολόκληρο το σώμα
και πώς να χαϊδεύεσαι.

Έτερον ουδέν.

Ζει με αυτάρκεια μέσα στην απόλυτη εξάρτηση.
Όχι ότι δεν του λείπει τάχα
η σάρκα της εκάστοτε φαντασίας του.

"Με την ανοίκεια οικειότητα
των φρεσκοενωμένων κορμιών σας,
με τη μετάληψη θαλασσινών συναγμένων,
με νέων κυμάτων αφρούς,
μπορεί να γνωριστείτε στα βαθιά,
μπορεί και να πετάξετε."
Κάτι τέτοια μεταμεσονύκτια, βαρετά,
στομφάζει στο αόρατο ακροατήριο.

Κι ύστερα, πιο μυστικά, στον εαυτό του...
"Μπορεί όμως και να κολλήσετε
στη λάσπη αυτής της άπειρης απόστασης
μεταξύ δυο ενωμένων σωμάτων."



Το λουλούδι

Ποτίζω επί χρόνια ένα νεκρό λουλούδι,
ένα μπουμπούκι, σ' ένα αυτοσχέδιο βάζο.
Αποχωρίζομαι πτώσεις πετάλων.
Αναπολώ οσμές.
Περιμένω.

Άλλοι μιλούν για τις βραδυφλεγείς ιστορίες εντός τους.
Άλλοι για την άγρια κραυγή του καιρού των ανθρώπων.
Εγώ, που δεν ξέρω τίποτα, δεν τραγουδώ.
Κρατάω μόνο ένα ίσο.
Και ποτίζω επί χρόνια ένα νεκρό λουλούδι.

Ανάβω τακτικά τα καντήλια της προσωπικής μου δυστοπίας.
Σκουπίζω το τριμμένο μάρμαρο και τη μικρή αυλή.
Πευκοβελόνες στο τραγανό μου βήμα.
Βουίσματα αόρατων μελισσών.
Ήσυχα βασιλέματα.
Και μια βουβή καμπάνα ανέγγιχτη χρόνια.

Αλλά εγώ φροντίζω το νεκρό λουλούδι.
Ένα τριαντάφυλλο εκατόφυλλο.
Από αιώνες κομμένο.
Καλά ποτισμένο.
Κρυμμένο σε τόπο ιερό.
Στην άκρη ενός άσχημου χωριού.
Λίγο πιο πριν από το εγκαταλελειμμένο μονοθέσιο σχολείο.
Λίγο μετά από το σπίτι του παπά.

Το τελευταίο απόγευμα του κόσμου
όταν θα πέσει το εκατοστό πέταλο
θα κάνω την εκπρόθεσμη επανάστασή μου.




Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2017

Αριθμός

Όλοι κάνουμε λάθη. 
Κανείς δεν μαθαίνει. 
Απλώς μεγαλώνουμε.
Κι αυτό που έχουμε , 
αυτό που είμαστε,
είναι αυτό. 
Τίποτα παραπάνω. Τίποτα λιγότερο. 
Ένας αριθμός.

Αυτό που έχουμε
Αυτό που είμαστε
Τίποτα παραπάνω. Τίποτα λιγότερο. 
Μια επαναλαμβανόμενη διαδοχή.
Κι ο ένας του άλλου κάποιο νούμερο
σε μια σειρά από όμοιες,
όμοια αδιάφορες ιστορίες. 




Τα καινούργια κόλπα

γερνάμε κάθε μέρα,
τώρα που ξεχάσαμε πια να ερωτευόμαστε.
αποχωρούμε πια κάθε μέρα
από όλα.
σε αυτό το παιχνίδι
όλοι χάνουμε.
γερνάμε κάθε μέρα
κι είμαστε πλέον τόσο καινούργιοι
που δεν ξέρουμε να ερωτευόμαστε.
και δεν θα μάθουμε ποτέ.
γιατί γερνάμε πια.
κι είμαστε πολύ μεγάλοι
για καινούργια κόλπα. 


μην πάρεις ταξί. 
γεράσαμε. 
είναι αργά. 


Στη Λ.Π. 



Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Το χιόνι

Το πάνλευκο χιόνι
σεντόνι που πέφτει
μαγεύει και λιώνει
βρωμίζει και τρέχει.
Χιόνι ο έρωτας.

Πετράδια στα μάτια
Χρυσά στα μαλλιά
Μετάξια στο δέρμα
Θαμπώνουν φριχτά. 

Το πάναγνο χιόνι
διψάω βαθιά μου,
κι εκείνο όλο λιώνει,
λασπώνει μπροστά μου.
Χιόνι ο έρωτας.

Απάτες κι αστεία 
μισή ευτυχία
Το μαύρο στο άσπρο
Αγία Κωμωδία. 



Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2017

Η σπηλιά

έσπρωχνα τις λάσπες με τα πόδια μου
πόδια γυμνά, σκόνες υγρές,
βρωμιές, χέρια λερωμένα,
γόνατα.
αγκάλιαζα την ακηδία σφιχτά
μέχρι που γίναμε ένα και ζεσταθήκαμε
σ' αυτή τη μικρή, την άθλια σπηλιά
που η βροχή πέφτει όλη από μέσα
όλη μέσα μας
συνέχεια

κι όσο κι αν έσπρωχνα μ' όλο το σώμα μου
όσο κι αν λερωνόμουν
αυτή εδώ η τρύπα του σύμπαντος
ακαθάριστη έμενε
και πνιγερή.
μα πού να ξέρω εγώ όταν μπήκα εδώ,
να γλιτώσω τάχα απ' τα θηρία,
πως όλα εδώ μέσα
όλα μέσα της
συνέχεια



Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2017

Ναυάγια

Τόσα χέρια αχόρταστα
Τόσα ποιήματα ανερμήνευτα
Τόσα τραγούδια βουβά
Σώματα απλήρωτα επιπλέουν
χιλιάδες
Και λίγα στον βυθό 
βουλιαγμένα
από του έρωτα το έρμα
ερμηνευμένα λίγα
ναυάγια πολύτιμα
τόποι εξερευνήσεων μελλοντικών
τώρα στα ψάρια και τα φύκια
παραδομένα, ήσυχα, γεμάτα
λίγα όμως, τόσο λίγα,
και πού να κρυφτούνε 
όλα τους 
και πού να παίξουνε  
και να χαρούνε 
και ν´ ανθίσουνε 
και πώς να φτάσουνε για όλα,
τα λίγα, αποστεωμένα,
σιωπηλά σκαριά τους;