Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2017

Οικειοθελώς

Μίλησαν οι εικόνες και είπαν
Η σπασμένη σιωπή τους
Μια ετεροχρονισμένη κατανόηση
Έκλαμψη στα σκοτάδια του αυτισμού

Μίλησαν οι εικόνες και είπαν
Η αποκαθήλωση είναι επανάσταση
Η στιγμιαία αντίληψη δώρον-άδωρον
Ίσως και μια αντίπραξη επανάστασης

Μίλησαν οι εικόνες οι βουβές
Οι πτώσεις των ειδώλων διόλου
δεν πτόησαν δον-κιχωτισμούς λογής-λογής
Εξού και το οικειοθελές της ιδρυματοποίησής μας



Περί ρευμάτων

Τα ρεύματα με φέραν ως εδώ.
Έλαμνα και λίγο.
Κυρίως όμως χωρίς κουπιά.
Κυρίως χωρίς πανιά.
Κυρίως χωρίς χέρια.

Βεβαίως, δεν κατηγορώ τα ρεύματα.
Αν δεν ήθελα...ας βούλιαζα.



Άτιτλο

Μια ευχή
τι να προσθέσει;
τι να αφαιρέσει;
τι να αλλάξει σε μια πορεία ασύμπτωτων;
Δυο λέξεις ριγμένες σ' έναν ωκεανό λέξεων.
Δυο λέξεις ρημαγμένες.




Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2017

Οι κήποι

Αυτή η κοπέλα με το άυλο σώμα
σκοντάφτει κάθε τόσο στα κλειστά μου μάτια.
Το κοραλλένιο γέλιο της κυλάει στα σκοτάδια μου σαν κέρμα ακριβό και τ' ανοίγει.
Το βλέμμα της γεμίζει ξέχειλα την κανάτα μου κρασί βελούδο κόκκινο.
Έρχεται σαν λέξεις διάσπαρτες, κρυστάλλινες, σ' ερημικά τοπία άνυδρα.
Μοσχοβολάει η μνήμη και γίνονται όλα ένα κι ολόκληρο.
Χώρα φιλόξενη. Κρεβάτι μαλακό. Δροσερό ποτήρι νερό.

Φτάνει το βράδυ.  Υπαινίσσεται ένα καλοκαίρι που έπεται στα σίγουρα.  Ακόμα και για τους ανέτοιμους.  Ακόμα και για τους ανάξιους.  Τους ψεύτες.  Τους απατηλούς.  Αυτή η κοπέλα. 

Χρυσές κλωστές αφήνουν οι φλόγες των μαλλιών της.  Σχήματα ακανόνιστα που ορίζουν το περιβάλλων σκοτάδι. Μια αεικίνητη μυθοπλασία.  Μια θάλασσα ανερμήνευτη.

Αυτή η κοπέλα εισβάλλει κάθε τόσο στους καμένους τόπους μου.
Παίζει την Περσεφόνη στα θέατρα που στήνω σε κάτι τεράστιες κι άδειες σκηνές που ανοίγω στον αφαλό μου.  Χωρίς σκηνικά.  Χωρίς ηθοποιούς.  Χωρίς φλύαρους θεατές.  Κι όταν το έργο πάει να τελειώσει, βρίσκω ένα όνειρο μέσα στο όνειρο, μια βαθύτερη παραμυθένια παραμυθία, κι αφήνομαι να με τραβήξει πιο κάτω.  Κι όλα τα καίω.  Όλα, για να συναντιόμαστε σε κάτι τεράστιες κι άδειες σκηνές που ανοίγω στον αφαλό μου.  Και να μ' ανθίζει όλο βαθύτερα.




Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2017

Milo Manara

Η κοπέλα του Μανάρα
στάθηκε ανάμεσα στα πόδια μου.
Είχε βοστρύχους τα μαλλιά
μαύρα μετάξια.
Μου 'δειξε ασπρόμαυρα τα μέλη της.

Η κοπέλα του Μανάρα
στήθηκε ανάμεσα στα πόδια μου.
Τα μολυβένια χέρια της
στ' άγριο μέλι της.
Κι έμεινε ακίνητη στο κάδρο.

Η κοπέλα του Μανάρα
σφάχτηκε ανάμεσα στα πόδια μου.
Αίματα κόκκινα γκρενά
ράγισαν τ' ασημένιο πλάνο.
Ύστερα μ' έκοψε κι εμένα.




Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2017

Η μέθοδος

Όποτε ήθελα 
να φύγω ερωτευόμουν 
Είναι μια μέθοδος 
ασφαλούς αναχώρησης
Ωστόσο, πέραν 
της ηρωικής εξόδου,
Σου εξασφαλίζει και 
μια ζωή ολόκληρη
Απουσία έρωτος 



Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2017

Το Πι

Το Δέλτα είναι ένα γράμμα τρίγωνο.
Σχήμα περιοδικό.
Φύεται.  Μεγαλουργεί.
Λύνει.
Το Δέλτα είναι κλειδί passepartout.
Ανοίγει τη λάθος πόρτα.
Και μπαίνεις.

Το τρίγωνο.  Είναι σχήμα παροδικό.
Ισοσκελές, σπανία δε.
Σκαληνό κυρίως.
Αιματηρά κυλιόμενο.
Πλευρές.  Ταμπέλες.  Μεταβαλλόμενες.
Μήκη.  Ονόματα.  Γωνίες.

Είναι, τρόπον τινά, ακρωτηριασμένος κύκλος.
Μια δυναμική ισορροπία το γράμμα.
Καμιά φορά και τετράγωνο,
ορθογώνιο παραλληλόγραμμο, λειψό.
Σαν Πι.



Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2017

Το 31 β'

Με το ίδιο λεωφορείο που παίρνεις κάθε μέρα,
πάνω στην ίδια τετριμμένη διαδρομή
πενήντα χρόνια απαρέγκλιτα,
μ´ αυτό μια μέρα θα ανατιναχτείς.

Θα ´ναι μια αδιάφορη ιστορία
απ´ αυτές που ακούς κάθε μέρα με μισό αφτί.
Αυτή θα ´ναι το σπίρτο.
Θα ´ναι μια γυναίκα ακουσίως ανέραστη
Ένα παιδί στο μισητό σχολείο του
Μια γριά που ξεχάστηκε σε ένα κύκλο από λάστιχα

Το παλιό λεωφορείο, γεμάτο δυναμίτη που περιμένει χρόνια,
μιαν αναρίθμητη Τετάρτη, ή κάποια πεθαμένη Κυριακή,
ή την επόμενη Δευτέρα της αθανασίας, θα ξαγρυπνήσει.
Θα ´ναι τα μάτια του κόκκινα. Το στήθος του φουσκωμένο.
Το παιδί θα αναστενάξει. Και τότε θα γίνει. Την ώρα της εκπνοής.

Κανένας δε θα κλάψει για το κενό της θέσης σου.
Κανείς δεν θα ξέρει πως δεν υπήρξες επιβάτης.
Μονάχα το σκυλί της καθημερινής σου συνήθειας θα γρυλίζει
λυπημένα για λίγο, κι ύστερα με ανακούφιση.


Περί ποιήσεως

Ποιητή του καιρού μου
εγώ σε μεγάλωσα. 
Με τα ευήκοα ώτα μου. 
Με τα κακοφτιαγμένα μου δάχτυλα. 
Με τα σπασμένα μου μάτια. 
Εγώ έκανα τη φωνή σου Ποιητή,
φωνή βοώντος εν οάσει. 
Τον σπόρο σου εγώ τον άνθισα. 
Γι' αυτό τώρα ποιητή μου
μην καυχιέσαι. 
Γιατί εγώ θα σε ξεχάσω. 



Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

Μέλι

Το μέλι ήταν όξινο. 
Έκαιγε την στερημμένη γλώσσα μου. 
Η αγάπη οξύμωρη.  
Ζέσταινε και διάβρωνε το στεγνό κορμί. 
Τα χρόνια ανεχόμενα. 
Περίμεναν τη χαρά όπως χαμένο λεωφορείο. 

Το μέλι μια τρύπα. 
Ανοίχτηκε στην θλιμμένη μου πρόταση. 
Η αγάπη αντίστιξη. 
Ήχος αιώνια άγνωστος, πάντα καινούργιος. 
Τα χρόνια γυροσκόπια.
Σ´ άγονη χώρα νομάδες ακίνητοι στη θύελλα. 




Το αυτοκόλλητο

Μου λες
πως είσαι ένα ράμμα
στο βαθύ τραύμα,
στο δεξί μου πλευρό.
μα εγώ σε θέλω
δεμένο μπαλόνι ηλίου
με κόκκινη φτηνή κορδέλα
στον καρπό μου.

Μου λες...
είσαι αυτοκόλλητο
νικοτίνης στο μπράτσο
αλλά εγώ
δεν κάπνισα ποτέ. 




Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2017

Μη φοβού

Δώρα δεν δώρισα πολλά
Δαναός δεν υπήρξα
Δεν καταδέχτηκα πονηρίες
Διπλωματία και τεχνάσματα
Δάκρυσα εκτενώς
Δάρθηκα αυτοβούλως
Δεν δόθηκα παρά ελάχιστα
Δεν υπήρξα ασυνεπής σε αυτό
Δεν δεσμεύτηκα ποτέ
Δώρισα ένα μεγάλο δώρο
Δώρισα την απουσία μου




Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2017

Μινιμαλισμοί

Το ημερολόγιό μου είναι 
μια πρωτότυπη συλλογή
πολλών φωτοτυπιών 
της ίδιας φωτοτυπίας. 




Τα παιδιά

Στην Σ.Κ. 


Τα παιδιά είναι πουλιά.  
Ο αέρας στις φτερούγες τους 
μιλάει ψιθυριστά. 
Τα παιδιά είναι μαχαίρια. 
Οι κουβέντες τους χαράζουν.  

Τα παιδιά κρατούνε τα χέρια μας. 
Ύστερα τα κόβουν και τα παίρνουν μαζί τους. 
Κι ύστερα πια δεν κρατάμε τίποτα ξανά. 
Μα ποιος νοιάζεται;
Τι θα χρειαστεί να ξανακρατήσουμε;

Τα παιδιά μας ξεχνούνε ευτυχώς. 




Αναχωρητικόν

Όταν έφυγες άδειασε το σπίτι. 
Αυτά τα έπιπλα. 
Εκείνα τα παράθυρα. 
Το κρεβάτι σου. 
Όλα τα πήρες. 
Άφησες μόνο κάτι σύρματα να τυλίξω, 
ποιός ξέρει τι;
Άφησες δυο σπασμένα ποτήρια στο πάτωμα
για να πίνω ή να κόβομαι.
Ό,τι θέλω, είπες. 

Κάθησα κι εγώ σ´ έναν κομμένο κορμό 
στη μέση, στο σαλόνι.
Τον βρήκα αδέσποτο στο δρόμο κι είπα 
να τον σύρω σπίτι,
να του ανοίξω την καρδιά στα δύο, 
να τον κάνω παγκάκι. 
Σκέφτομαι καμιά φορά, 
όταν κρυώνω τα βράδια,
να τον κάψω μαζί μου. 
Η ζέστη του, μια προσέγγισή σου. 
Να είσαι πάλι εδώ, 
στη μέση του σαλονιού,
με τα λευκά μάρμαρα,
με τις μαύρες στάχτες. 

Άφησες κι έναν παλιό καθρέφτη.




Ρυθμικό

Κενός περιεχομένου.
Διεκπεραιώνει τον προσωπικό χρόνο.
Ματώνουν τα μάτια.
Ποντίκια κοιμούνται και ξυπνάνε στο στέρνο και τα σπλάχνα
και μασάνε αθόρυβα.
Ένας τρελλός τυμπανιστής στην καρδιά, ιδρώνει και πάλλεται.

Κενός περιεχομένου.
Κλείστηκε σε είκοσι δίσκους παλιούς.
Ματώνουν τ´ αυτιά.
Ξαπλωμένος με τέσσερα μαξιλάρια αγκαλιά κρύβει δειλά
ό,τι κρύβεται.
Ένας τρελλός τυμπανιστής στην καρδιά, ιδρώνει και πάλλεται.




Ψηφιδωτά

Σώματα αγαπημένα, 
κελιά μυστικά,
κουβαληθήκατε αθόρυβα
κι ο αχός σας εβρίσκε πάντοτε
στο ενδιάμεσο 
των χτύπων της την καρδιά. 

Κορίτσια που κρατηθήκατε,
φωνές, 
χαιδευτικά ονόματα, 
θέρμες,
ανακατεύεστε
κι αναδύεστε ξέχωρες, 
μοναδικές
από λίμνη δροσερή, 
γυναίκες. 

Χέρια και καρποί 
και νύχια,
μαλλιά,
το χρυσαφένιο συρματόπλεγμα
και τα λιτά σας μέλη. 

Βλέμματα απορρημένα,
στην ομίχλη μου  
χαμένα σώματα 
κι αναπνοές
που μακρυά σας έδιωχνα 
για της επιθυμίας σας την χάρη. 

Κι εσύ,
του πρώτου σπασμού μου μάρτυρας
και ψάρι εγώ δίπλα σου,
Κι εσύ,
του τελευταίου ξεγυμνώματός μου
ιέρεια,
στο μωσαικό που στρώνετε 
στο πάτωμά μου
γυναίκες ψηφιδωτές 
πατώ, ανασταίνομαι, πεθαίνω. 

Απόψε πάλι στ´ όνειρό μου
της κυριαρχίας την συνέχεια
επιβεβαιώστε 
σαν να χρειάζεται κάτι παραπάνω
απ´ την ύπαρξή του 
το αυταπόδεικτο. 





Φρουτοπία

Όλη τη μέρα να μεγαλώνω. 
Το βράδυ να ανατρέπομαι.  
Το γερασμένο δεν αφήνεται 
να ωριμάσει. 
Κυλάω την πέτρα 
από το στομάχι 
ίσα με το λάρυγγα. 
Κι άντε πάλι απ´ την αρχή,
κάθε φορά που η βαρύτητα 
ακυρώνει τον αγώνα εντός μου.