Τετάρτη 31 Μαΐου 2017

Φωτογραφικά τοπία

ευθειασμένες είναι οι ράγες μου
δυο παράλληλες που
καμιά στροφή του δρόμου
κανένας τοίχος
κανένα εκτροχιαστικό τοπίο
δεν μπορούν να αναιρέσουν
την μονή τους διάσταση

εσύ,
και καλά κάνεις,
στέκεσαι και με κοιτάς με τα μεγάλα σου μάτια
και δε μιλάς

τι να πει κανείς στο σίδερο και τον ατμό;
τι να πει και στην ευθεία;


ένας κάποιος εκτροχιασμός πάντως εδώ που τα λέμε,
θα ήταν ίσως μια κάποια λύσις


Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Ο πίνακας

αυτή η θλίψη στα μισά σου μάτια
τώρα θα πρέπει να κοσμήσει το σαλόνι μου

θα σε χαράξω
σ' ένα καμβά ζωντανό
θα σε κρεμάσω
από το πιο σκληρό καρφί
θα σε καρφώσω
πισθάγκωνα δεμένη με σύρμα
στον τοίχο μου
θα σε βιδώσω
σ' ένα ποίημα κομψό
και θα κάνω συζητήσεις υψηλής διανόησης
για την τέχνη και το πολιτισμό
μέχρι ένα ανύποπτο αξημέρωτο
αποδραμούσα,
αποδιδράσκουσα,
να σε βρω να κόβεις λαχανικά στον πάγκο της κουζίνας μου
ζωντανή, πιο ζωντανή από ποτέ,

για να μπω ύστερα εγώ με δεμένα τα χέρια
και χωρίς δάχτυλα
στο κενό του πίνακά σου
και να μη ξαναγράψω πια
και να μην ξανακόψω τίποτα.


Αμνήμονες

θα σε ξεχάσω σαν άνθρωπο που αγάπησα
μέσα σ΄ εκείνο το μαγικό κανάλι
θα χαθούμε
στο ραδιόφωνο της παλιάς Φορντ
με τα παράσιτα
γιατί...


θα το πληρώσεις το όνειρο που τόλμησες
όταν κοιτάς το οικείο αδιέξοδο
στο δρόμο
με τις ανθισμένες πορτοκαλιές που έδρεψε
το φετινό χιόνι
γιατί...


θα σε θυμάμαι στην όμορφα απατηλή αρχή
με τα θαλασσένια μάτια σου
να με λατρεύουν
λαμπερά σε μια ακίνητη περιφορά του
ανέφικτου εγώ
γιατί...


θα με ξεχάσεις με τη νέα σου άνοιξη ανθίζοντας
δίπλα σ' ένα κρυφό "σ' αγαπώ"
στο παλιό ημερολόγιο
ανυπόγραφος και ξεθωριασμένος
θα μένω
γιατί..


μοίρα μας είναι ο τρόπος
που δεν μας αγάπησαν


Το όγδοο

Καίγονταν τα χέρια της πάνω
στο πρόσωπό της.
Κι όπου ακούμπησαν τα δικά μου.
Και το σώμα της καίγονταν.


Κάποτε όμως
είχε μια δροσερή
ξεχασμένη πια
φωνή.
Την ακούω καμιά φορά
ακόμα
στις παλιές φωτογραφίες.


Πιο πολύ όμως προτιμώ
να μην ακούω τίποτα.
Και να μη βλέπω.
Γιατί όλα είναι
ένα
ατιμώρητο έγκλημα
που με φυλακίζει.
Προτιμώ να συντρίβομαι
στην τραχύτητα
του συμπαγούς της βράχου.
Στην ανακουφιστική του σκληρότητά
να εκπληρώνω
τον ρόλο μου.
Προτιμώ τον βράχο
από την ανοιχτή θάλασσα.

Και αυτό είναι το δικό μου
θανάσιμο αμάρτημα.



Δευτέρα 22 Μαΐου 2017

Τώρα

Και τώρα θα πρέπει να βρούμε
καινούργια τραγούδια
ν' αγαπήσουμε
Να βρούμε καινούργια μέρη
για τα ίδια βήματά μας
νέα τοπία για τα παλιά μας μάτια

Πρέπει να ανακαλύψουμε στιγμές
όπου δεν περιέχεσαι
σημεία στην τοπογραφία του σώματος
και μυστικές ώρες ανάμεσα
στις ώρες της κάθε μέρας
που δεν θα γνωρίζει η παρουσία σου

Τώρα να μάθουμε να αγγίζουμε
χωρίς να ακουμπάμε το οικείο σώμα σου
να κοιμόμαστε χωρίς
να ξυπνάμε χωρίς
και, εν τέλει, να αγαπάμε χωρίς
αφού μόνο έτσι γνωρίζουμε να



Ξεχαρβαλωμένο σονέτο

Σε πένθησα αγάπη μου!
Ω! Πόσο σε πένθησα...
Στις ξηλωμένες μέρες μου
Στις βαθιές νύχτες

Σε πένθησα, όπως η μάνα το παιδί
Όπως ουρλιάζει το σκυλί τη νύχτα
Όπως ξεσκίζει το τσακάλι τη λεία του

Σε πένθησα και σε πενθώ
στην κάθε μέρα μου χωρίς γέλιο
στο κάθε ποτήρι νερό, αξεδίψαστα
στα τρύπια μου χέρια σε πένθησα

Σε πεθύμησα αγάπη μου
μα δε φοβάμαι να πω
σε σκοτώνω ακόμα μέρα μέρα



Σάββατο 20 Μαΐου 2017

Το ποδήλατο

Έκανα ποδήλατο
Ξαναβγήκα στον κήπο
Συμμαζεύω ό,τι μπορώ
Νομίζω θα πεθάνω
Να ποτίσω τα λουλούδια
Τα αεί παρόντα κορίτσια
Να σπάσω τα ποτήρια τους
Βραδιάζει
Δεν θα προλάβω
να κουρέψω το γκαζόν
να ζήσω
Έχω ένα καινουργιο παιδικό ποτιστήρι
Γεμίζει δύσκολα
Αδειάζει εύκολα
Ποτίζω ό,τι βρω
Ό,τι προλαβαίνω
Οι γλάστρες ξεραίνονται
Ποτίζω τα πόδια μου
Τα τσιμέντα
Τα σύννεφα
Τα νερά
Τις άδειες γλάστρες
Ο καιρός κρυώνει
Το "σ´ αγαπώ"
είν´ ένας τρόπος ν´ αφήνω.

Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

Το ιδιάζον προσωπείο

Είπαν οι γιατροί: "Ιδιάζον προσωπείο"
Η μητέρα του έκλαιγε, έκλαιγε, έκλαιγε...
Πήρε καλέμι και σφυρί
και έσπαγε, έσκαβε, έκοψε, έτριβε...
Σκούπισε τον ματωμένο ιδρώτα της.
Καὶ εἶδεν, ὅτι καλόν.

Είπαν οι γιατροί: "Μα! Αυτό είναι θαύμα!"
Η μητέρα του γελούσε, γελούσε, γελούσε!
Πήρε γυαλόχαρτο και ράσπα
και έτριβε, γυάλιζε, έτριβε, γυάλιζε...
Σκούπισε τον σκονισμένο ιδρώτα της.
Καὶ εἶδεν, ὅτι καλόν.

Είπαν οι άλλοι: "Τι καλό παιδί!"
Η μητέρα του γελούσε, γελούσε, γελούσε...
Πήρε φόρα και έσπρωχνε
και τραβούσε, έσερνε, έγδερνε, μάτωνε.
Σκούπισε τα ματωμένα του γόνατα.
Καὶ εἶδεν, ὅτι καλόν.

Είπαν οι άλλοι: "Τι καλό παιδί!"
Η μητέρα του γελούσε, γελούσε, γελούσε...
Πήρε φόρα και ανέβαινε,
και τραβούσε, αγωνιούσε, φορτώνονταν, κουβαλούσε...
Σκούπισε το κουρασμένο του μέτωπο.
Καὶ εἶδεν, ὅτι καλόν.

Είπε εκείνος: "Τι καλό παιδί!"
Μέσα του έκλαιγε, έκλαιγε, έκλαιγε...
Πήρε φόρα και πήγαινε,
και πήγαινε, πήγαινε, πήγαινε, πήγαινε...
Σκούπιζε το κουρασμένο του βήμα.
Καὶ εἶδεν, ὅτι καλόν.

Είπε εκείνος: "Τι κακό παιδί!!"
Μέσα του έκλαιγε, γέλαγε, έκλαιγε...
Πήρε φόρα και πήγαινε,
και γύριζε, σκόνταφτε, κόμπιαζε, έσπασε.
Σκούπισε τα θραύσματα του καθρέφτη.
Καὶ εἶδεν, ὅτι καλόν.




Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

Μέτοικος

Σ' αυτόν εδώ τον τόπο 
που κανείς δεν γνωρίζει τον γραφικό μου χαρακτήρα
αποφάσισα
να ζήσω σαν άνθρωπος ελεύθερος.

Διάλεξα
να προσεύχομαι στην Αγία Πόρνη
και τον Θεό των καθαρών προθέσεων,
ν´ αγαπώ το φως της ημέρας
και ένα ποτήρι νερό,
να κλαίω λιγότερο για το χαμένο
και να γελάω για όλα τα λίγα του κόσμου.

Αλλού...
αχ, αλλού
έχασα όλη τη ζωή μου
παρά ένα λάθος χρονισμένο "σ' αγαπώ"
αλλά
σ' αυτόν τον άχρονο σταθμό
οι σημασίες ανακατεύονται,
κι όπως στο καλό χαρμάνι,
αποποιούνται το αυθύπαρκτο
και θεμελιώνουν
μια ζωή νέα.

Εδώ λέω να φυτέψω
μια ελιά συγχωρητική,
ένα πλατάνι που διψάει πάντα,
και μια σκιά βαθιά, δροσιστική,
να με σκεπάζει στοργικά
όταν περνούν από πάνω μου,
και χαιρετούν,
ξένοι διαβάτες.



Παρασκευή 12 Μαΐου 2017

90

πως το ευθύ
σώμα γωνιάζει
μ' ένα φόρτωμα
βρώμικα χρόνια
το οξύ σώμα
σταχίζεται
γερμένο στον άνεμο
των ημερών
του κι υποκλίνεται
στο ζεστό
χώμα που το ζητά
και το ακούει όλο
πιο προσεκτικά καθώς
με μια βαθιά, σεβαστική
κίνηση διαπιστεύεται
μέχρι να γίνουν
ένα



Τρίτη 9 Μαΐου 2017

Johatsu

ένας άνθρωπος
φοράει τα φτερά του
και χάνεται στον κόσμο των πουλιών
ένας άνθρωπος
αμνηστεύει τον εαυτό του
και χάνεται από μέσα του
επιτέλους
ένα πρωί αδιάφορης Τετάρτης
που στο πόδι του ήδη πατάει
το πρώτο βήμα
και κατασφάζει τους γονείς και
τους φίλους του τη γυναίκα και
τα παιδιά του
τα άπειρα παρελθόντα του και
και τα προδικασμένα μέλλοντα
και με χέρια καθαρά ξεκινάει
μωρό αβάπτιστο
λουλούδι αμύριστο
σκιά ασώματη
να χαθεί
σ' έναν σκοτεινό κόσμο

Δευτέρα 8 Μαΐου 2017

Να βραδιάσει

Το κρεβάτι μου δεν είναι δικό μου ούτε
τα ρούχα στη ντουλάπα αυτό
το σώμα δεν είναι δικό μου ζει
ένα πλάσμα μυθικό μέσα του εγώ
δεν είμαι ποτέ παρόν μόνο εδώ μεταξύ
των λέξεων στριμωγμένος κρύβομαι μέχρι
να βραδιάσει.


Το λουλούδι

της Δ.

Εκείνη ζωγράφιζε
λουλούδια
που μεγαλώνουν
χάρτινα
λουλούδια
πέρα για πέρα αληθινά
από τον σπόρο
ως την ανθισμένη τους πληρότητα
αθώα ακόμα
τα χεράκια της και μου χάριζε
λουλούδια
χάρτινα
χρωματιστά πέρα για πέρα
αληθινά, για να θυμάμαι
καμιά φορά πως
γίνεται να είσαι
χωρίς
περιττό τίποτα



Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

Μια χαρούμενη ιστορία

η γυναίκα είναι μια θλιβερή ιστορία

ταξιδεύει σαν διακριτός απόηχος
από την πρώτη κλειστή σπηλιά
ως την τελευταία
και από σώμα σε σώμα
ξεγελά με λαμπρά χαμόγελα
τα θαμπωμένα εύπιστα μάτια
τις ευλύγιστες βεβαιότητες
μοιράζοντας αυτό το λειψό κάτι
που ομοιάζει με ευτυχία

η γυναίκα είναι μια θλιβερή ιστορία

αντανακλά σε θολές τζαμαρίες
πότε τα ταλαντούμενα μαλλιά
πότε τα σκοτεινά μάτια
και από σώμα σε σώμα
σαρώνει και σαρώνεται με τέχνη
πιο βαθιά κι απ' το μεδούλι
πιο καίρια από ακμή ξυρού
μαζεύοντας αυτό το λειψό κάτι
που θυμίζει αλλά δεν είναι



Τρίτη 2 Μαΐου 2017

Περί τιμιότητας

Χάθηκα μέσα στην ευτέλεια των μικρών πραγμάτων
Ξοδεύτηκα στην απειροσύνη τους
Τα λίγα μου μου έστησαν παγίδα

Ξερίζωσα κι εγώ τότε όλα τα λουλούδια του κήπου μου
κι άφησα μόνο το τίμιο χώμα
που δεν λέει ποτέ ψέματα και που χωνεύει
όλες τις εφήμερες αλήθειες

Ακόμα κι αυτό το "σ' αγαπώ"
ή το "δεν σ' αγαπώ"
τα ασαφή κι απροσπέλαστα
ιστορίες μόνο που έλεγα στον εαυτό μου
και μετά τις ξεθεμέλιωνα κι αυτές να μην υπάρχει
κανένας θόρυβος στο ξερό τοπίο του αχανούς εαυτού μου