Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

Αλεξύπνιον

Σάββατο βράδυ
δεν κοιμάμαι
Στριφογυρίζω στο κρεβάτι
και ανυπομονώ

Όταν θα ξημερώσει για τα καλά
θ´ ανοίξω τα παντζούρια
Θα βρέχει
Θα σηκωθώ
Θα φέρνω έναν κύκλο το κρεβάτι
(Τα παγωμένα μάρμαρα θα ξυλιάζουν τα πόδια μου)
Θα γδυθώ
Θα αλλάξω μεριά
Θα ξαπλώσω
Θα βυθιστώ σ´ έναν δίκαιο ύπνο

Είναι μια απόλαυση που επιτρέπω στον ψεύτη
εαυτό μου πότε-πότε να ξαπλώνει στην άλλη
πλευρά για να κοιμάται

Το επόμενο βράδυ
το σώμα μου θα επιστρέψει στην πλευρά του
κι ο ύπνος μου
θα το εγκαταλείψει μέχρι την επόμενη φορά.



Δευτέρα 26 Ιουνίου 2017

Ελάχιστες Ιστορίες - Το κορίτσι με το τατουάζ

Ήταν από κείνους τους ανθρώπους που δεν μπορούσες να μην τους συμπαθήσεις. Δε θα τον έλεγες όμορφο. Είχε όμως κάτι απροσδιόριστο που δεν σ´ άφηνε αδιάφορο ακόμα κι αν περνούσε απλά από δίπλα σου. Μύριζε σανταλόξυλο, πορτοκάλι και κανέλα, κι η φωνή του έβγαινε σαν από βαθιά, δροσερή σπηλιά. Είχε μαλλιά ατίθασα, πυκνά, συρμάτινα που μαύριζαν όταν έβρεχε, αλλά κυρίως άσπριζαν από την πρώτη μέρα που γεννήθηκε. Μιλούσε για παλιές πληγές και καινούργιες πάνω στις παλιές.  


Με τους ανθρώπους ήταν ενίοτε καλός. Έλεγε "σε χρειάζομαι" σ´ εκείνους που τον χρειάζονταν κι έκλαιγε αθόρυβα και στεγνωμένα. Έκανε πολλά κάθε μέρα μα τίποτα το ιδιαιτέρως αξιοσημείωτο. Όμως, αν παρατηρούσες τα χέρια του θα ορκιζόσουν ότι είναι τεχνίτης μια τέχνης παλιάς και πολύ λεπτής. Τσαγκάρης; Αργυροχρυσοχόος; Χειρουργός; Ποιητής; Κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Λεπτά και νευρικά δάχτυλα. Και χέρια γεμάτα φουσκωμένες φλέβες που χτυπούσαν ρυθμικά.   Κόκκινα πάντα από την αιμοσφαιρίνη και τον βρασμό που συντελούνταν ερήμην του ή όχι, εκ γενετής στο στομάχι.  


Ήταν πάντα κουρασμένος.  Αν τον έβλεπες να περπατά στο δρόμο, φαίνονταν ακόμα σχεδόν λαχανιασμένος. Έλεγες πως κάποιον αγώνα έτρεχε ή ότι κάτι τον κυνηγούσε. Όχι κάτι που απειλούσε τη ζωή του άμεσα. Κάτι όμως που κρατούσε μια σταθερή απόσταση απ' αυτόν και που τον έτρωγε σε κάθε ευκαιρία, λίγο-λίγο και αθόρυβα. Σαν το κακό που κάνεις σε αγαπημένους ανθρώπους, ή το κακό που κάνει η αξόδευτη αγάπη.  


Είχε ένα μαύρο κενό στη θέση του προσώπου του κι ένα τέρας καθισμένο στο κέντρο της μνήμης του.  Τον είδα και τον αγάπησα αστραπιαία. Ήμουν κι εγώ ακόμα ένα θύμα του. Κι αυτός ένας Γκρενουίγ στο κέντρο της πλατείας που περίμενε να εκτελεστεί και απολάμβανε. Το διάπλατο χαμόγελο. Και το ειλικρινές του κλάμα. Το διάφανο στήθος του. Το ευφυές αντίγραφο καρδιάς το μονίμως εκτεθειμένο στο κολακευτικό φως της ημέρας. Κυρίως όμως η μαύρη τρύπα του προσώπου του, σε ρουφούσαν σ´ ένα κενό αγάπης που σε άφηνε ανίκανο να αντιδράσεις. 

Ανίκανος να αντισταθώ κι εγώ, τον ακολούθησα πιστά για αρκετές δεκαετίες. Έγινα ο Σάντσο Πάντσο του, σ' έναν αγώνα με άγνωστο σκοπό. Σκέφτηκα, "τι πιο ιπποτικό από το να αγωνίζεσαι για να αγωνίζεσαι;" Ιδρώσαμε μαζί. Ματώσαμε μαζί. Απολαύσαμε το μεγαλείο του μάταιου μαζί. Χωρίς ποτέ να γνωρίσει αληθινά ο ένας τον άλλον.  Μας ένωσε μόνο ο κοινός μας αγώνας.

Ένα πρωί ξύπνησα από ένα περίεργο ανακαινιστικό όνειρο. Τον έψαξα κι είχε χαθεί. Τον είχε ρουφήξει το αδρό του πρόσωπο. Κατέρρευσε μέσα του. Κι έμεινε αυτός χωρίς σώμα κι εγώ χωρίς πρόσωπο. 

Τον ξαναείδα μετά από χρόνια στο μπράτσο ενός κοριτσιού που κατέβαινε στη Ναυαρίνου, από την Καμάρα.  Χτυπημένο με σινική μελάνη στο λεπτό της χέρι.  Σιωπηλό όπως πάντα και απρόσωπο όσο ποτέ.  Θα 'χει γίνει άγιος σκέφτηκα.  Και μπήκα στην Αγιασοφιά να του ανάψω ένα κερί.  



Δευτέρα 19 Ιουνίου 2017

Εσπερινός

Αγία Σκληρότητα
στης ευσπλαχνίας σου την σκέπη προστρέχω.
Στη βελούδινη ευαισθησία σου ανάβω καντήλι
και προσεύχομαι να με φυλάς.

Η σκληρότητα της Πόρνης Ευαισθησίας αβάσταχτη.
Η τραχύτητά της μου άλεσε τα σπλάχνα.
Της αναλγησίας της το τραύμα βάθυνε ως το κόκκαλο
και δεν αντέχεται πια.

Του πρωτομάστορα

Αυτό το σπίτι είναι γεφύρι
που συνεχώς γκρεμίζεται.

Στα καινούργια δωμάτια
να μπει η καλή σου
στους τοίχους
να μπει η κόρη σου
στο πάτωμα
να μπεις εσύ
μα μην ελπίζεις.

Αυτό το σπίτι είναι γεφύρι
που συνεχώς γκρεμίζεται.
Κι εσύ να χτίζεις
με τα θλιβερά σου χέρια
ό,τι προλαβαίνεις
στο φως της μάταιης μέρας
αυτό το σπίτι θα γκρεμίζεται.

Τρίτη 13 Ιουνίου 2017

Μαγνόλια

Υπήρξε βάρκα παρηγορητική
και σωσίβιο
στην πλάτη
εν μέσω καταιγίδας
Υπήρξε και πέτρα πολύτιμη
και βαριά
στον λαιμό
εν μέσω ήσυχης λίμνης

Υπήρξε λουλούδι ανθισμένο
όμορφο
στον μίσχο
δέντρου περήφανου στολίδι
Υπήρξε και λουλούδι κομμένο
θυσιασμένο
στο βάζο
δέντρου γυμνού η σωτηρία

Μονάχα, νομίζω, πως δεν υπήρξε



Δικαίως

Οι περισσότερες αγκαλιές
είναι άδικες
όπως αυτή
της σεντεφένιας κοπελιάς
στον αέρα που στέκει
με τα κλειστά της χέρια γεμάτα
απασχολημένα
βελούδινα
Το οικείο της χρώμα
θα πάει στράφι μαζί
με τα μαρμάρινα δάχτυλα
ποιος ξέρει σε ποιο
κουρασμένο σώμα
που τώρα δα μπορεί να σκέφτεται
πόσο
οι περισσότερες αγκαλιές
είναι άδικες



Πέμπτη 8 Ιουνίου 2017

Τις Κυριακές που πηγαίνουμε σ

το τσίρκο
ένα μυθικό σκηνικό τρόμου
βγάζουμε βόλτα εκεί τις τερατώδεις
διασκεδαστικές μοναξιές μας
μ' ένα μαστίγιο στο λαιμό
κι ένα πνιγερό λουρί στο χέρι
εκθέτουμε τ' ανήκουστά μας
άναρθρα και ειδεχθή
και περάστε κόσμε να δείτε
δικέφαλα τέρατα και κλόουν
με ματωμένα χείλια
και ζογκλέρ με τέσσερις ζωές
στον αέρα και δυο στα χέρια τους
στο τσίρκο
σ´ αυτό το θέατρο της τρυφερής κυνικότητας
συντελείται σε λαϊκή απογευματινή
το ανοιχτό μας στήθος
στο τσίρκο
πουλάμε τη θλίψη μας
δυο δεκάρες την οκά
και τη χαρά μας μία
στο τσίρκο
υπερμεγέθεις και ελάχιστοι
σιαμαίοι και ασώματοι
να πεθάνουμε κρεμασμένοι
άπαντες
στο πιο ψηλό σχοινί



Άστεγο, μικρό ευχετήριο της απώλειας

Όλοι και όλα φεύγουν.
Κι όλοι μας, ο καθένας ξεχωριστά,
γινόμαστε ρολόγια σταματημένα
στα σημεία που αφήνουμε τους ανθρώπους μας...
ή που μας αφήνουν.

Εκείνο που χάνουμε,
εκείνο που αφήνουμε,
εκείνο που μένει αιώνια ζητούμενο,
δεν είναι ο έρωτας.
Είναι το αίσθημα του να ανήκουμε κάπου.


Τετάρτη 7 Ιουνίου 2017

Απαρέγκλιτα

Δεν έκανε κανένα λάθος στη ζωή του.
Επαναλήφθηκε με απόλυτη ακρίβεια.
Απαρέγκλιτα και στατικά.

Περί φόνου

Καθίσαμε απέναντι.
Είχαμε κλείσει χίλια χρόνια μαζί.
Γέρασαν τα μαλλιά μας.
Θάμπωσαν τα μάτια μας.
Στο σώμα μου εντυπωμένα τα χέρια σου.
Στο δικό σου τα νύχια μου.
"Τώρα" μου είπες,
"τώρα θα πρέπει να μάθουμε να αγαπιόμαστε..."


Λες και μαθαίνεται η αγάπη.
Λες και είναι κάτι παραπάνω από μια νοσταλγία όταν κανείς λείπει.
Λες και είναι πιο πολύ από την πίκρα σου γι' αυτό που δεν έχεις.


Γι' αυτό λέω να σε σκοτώσω.




Δευτέρα 5 Ιουνίου 2017

Βασιλική οδός

ο ύπνος μου περιστοιχίζεται από χιλιάδες ανθρώπους
τεντώνουν τα σεντόνια μου
τακτοποιούν τα όνειρά μου
πίσω απ' τα μάτια μου κρυμμένοι, παραμονεύουν
ρυμοτομούν και συχνά ανατέμνουν
ξηλώνουν και μπαλώνουν και συμμαζεύουν
τ' ασυμμάζευτα

ένας στρατός γνωστών και αγνώστων
προγεφυρώνει, προελαύνει και εν τέλει παρελαύνει
στο έσω δέρμα των βλεφάρων
φτιάχνοντας καινούργιους παλιούς κόσμους

πριν καν κοιμηθώ
ακούω τον υπόκωφο ήχο του ορυχείου
με τους σκαφτιάδες,
τα γεμισμένα και τ΄ αδειανά βαγόνια
με τους τριγμούς τους στις στενές ράγες
τα υποφωτισμένα σκαμμένα και τ΄ άλλα
τα αχάλαστα ακόμα κοιτάσματα
με τις προσπάθειες υποστύλωσης
και πότε-πότε τις καταρρεύσεις,
τον θάνατο και την μαύρη σκόνη
που με λερώνουν από μέσα.

ένα εργοτάξιο στον κλειστό λαιμό μου
κοχλάζει τις νύχτες και με αναδιατάσσει
προσπαθώντας να προσεγγίσει
ένα ασαφές αρχιτεκτονικό
που όσο περνάει ο καιρός, τόσο ξεθωριάζει



Παρασκευή 2 Ιουνίου 2017

Αισωπικό

Αχ να σε δω στον δρόμο
να προχωράς προς το μέρος μου
να βάζεις το ένα πόδι μπροστά στο άλλο
να τινάζεις τα μαλλιά σου
να χαμογελάς και να χτυπά η καρδιά μου
Αχ να σε δω
μόνο μην έρχεσαι για μένα