Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Ο πίνακας

αυτή η θλίψη στα μισά σου μάτια
τώρα θα πρέπει να κοσμήσει το σαλόνι μου

θα σε χαράξω
σ' ένα καμβά ζωντανό
θα σε κρεμάσω
από το πιο σκληρό καρφί
θα σε καρφώσω
πισθάγκωνα δεμένη με σύρμα
στον τοίχο μου
θα σε βιδώσω
σ' ένα ποίημα κομψό
και θα κάνω συζητήσεις υψηλής διανόησης
για την τέχνη και το πολιτισμό
μέχρι ένα ανύποπτο αξημέρωτο
αποδραμούσα,
αποδιδράσκουσα,
να σε βρω να κόβεις λαχανικά στον πάγκο της κουζίνας μου
ζωντανή, πιο ζωντανή από ποτέ,

για να μπω ύστερα εγώ με δεμένα τα χέρια
και χωρίς δάχτυλα
στο κενό του πίνακά σου
και να μη ξαναγράψω πια
και να μην ξανακόψω τίποτα.


Αμνήμονες

θα σε ξεχάσω σαν άνθρωπο που αγάπησα
μέσα σ΄ εκείνο το μαγικό κανάλι
θα χαθούμε
στο ραδιόφωνο της παλιάς Φορντ
με τα παράσιτα
γιατί...


θα το πληρώσεις το όνειρο που τόλμησες
όταν κοιτάς το οικείο αδιέξοδο
στο δρόμο
με τις ανθισμένες πορτοκαλιές που έδρεψε
το φετινό χιόνι
γιατί...


θα σε θυμάμαι στην όμορφα απατηλή αρχή
με τα θαλασσένια μάτια σου
να με λατρεύουν
λαμπερά σε μια ακίνητη περιφορά του
ανέφικτου εγώ
γιατί...


θα με ξεχάσεις με τη νέα σου άνοιξη ανθίζοντας
δίπλα σ' ένα κρυφό "σ' αγαπώ"
στο παλιό ημερολόγιο
ανυπόγραφος και ξεθωριασμένος
θα μένω
γιατί..


μοίρα μας είναι ο τρόπος
που δεν μας αγάπησαν


Το όγδοο

Καίγονταν τα χέρια της πάνω
στο πρόσωπό της.
Κι όπου ακούμπησαν τα δικά μου.
Και το σώμα της καίγονταν.


Κάποτε όμως
είχε μια δροσερή
ξεχασμένη πια
φωνή.
Την ακούω καμιά φορά
ακόμα
στις παλιές φωτογραφίες.


Πιο πολύ όμως προτιμώ
να μην ακούω τίποτα.
Και να μη βλέπω.
Γιατί όλα είναι
ένα
ατιμώρητο έγκλημα
που με φυλακίζει.
Προτιμώ να συντρίβομαι
στην τραχύτητα
του συμπαγούς της βράχου.
Στην ανακουφιστική του σκληρότητά
να εκπληρώνω
τον ρόλο μου.
Προτιμώ τον βράχο
από την ανοιχτή θάλασσα.

Και αυτό είναι το δικό μου
θανάσιμο αμάρτημα.