Δευτέρα 5 Ιουνίου 2017

Βασιλική οδός

ο ύπνος μου περιστοιχίζεται από χιλιάδες ανθρώπους
τεντώνουν τα σεντόνια μου
τακτοποιούν τα όνειρά μου
πίσω απ' τα μάτια μου κρυμμένοι, παραμονεύουν
ρυμοτομούν και συχνά ανατέμνουν
ξηλώνουν και μπαλώνουν και συμμαζεύουν
τ' ασυμμάζευτα

ένας στρατός γνωστών και αγνώστων
προγεφυρώνει, προελαύνει και εν τέλει παρελαύνει
στο έσω δέρμα των βλεφάρων
φτιάχνοντας καινούργιους παλιούς κόσμους

πριν καν κοιμηθώ
ακούω τον υπόκωφο ήχο του ορυχείου
με τους σκαφτιάδες,
τα γεμισμένα και τ΄ αδειανά βαγόνια
με τους τριγμούς τους στις στενές ράγες
τα υποφωτισμένα σκαμμένα και τ΄ άλλα
τα αχάλαστα ακόμα κοιτάσματα
με τις προσπάθειες υποστύλωσης
και πότε-πότε τις καταρρεύσεις,
τον θάνατο και την μαύρη σκόνη
που με λερώνουν από μέσα.

ένα εργοτάξιο στον κλειστό λαιμό μου
κοχλάζει τις νύχτες και με αναδιατάσσει
προσπαθώντας να προσεγγίσει
ένα ασαφές αρχιτεκτονικό
που όσο περνάει ο καιρός, τόσο ξεθωριάζει