Πέμπτη 10 Αυγούστου 2017

Τα παιδιά

Κι εγώ, μη νομίζεις, παιδί της ελεημοσύνης είμαι.
Πήρα ό,τι μου δώσαν,
ό,τι περίσσευε,
και μ' αυτό πορεύομαι.
Τρώω, πίνω, κοιμάμαι, ανασαίνω την ελεημοσύνη τους.
Κι απ' τα μεγάλα μανίκια μου
κι απ' τα μικρά παπούτσια
σκουπίζω τα μάτια μου
και σκουντουφλάω εδώ κι εκεί.

Έμαθα όμως να πορεύομαι με τα λίγα
σ' αυτή την ανάπηρη πορεία προς τα πάντα.

Κι έτσι κι εγώ, μέσα από ευφάνταστο κύκλο αποφυγής,
πέτυχα να κληροδοτήσω την ελεημοσύνη
και την αποτυχημένη γενναιότητα.
Φόρτωσα στο παιδί τη μισή μου έλλειψη
κράτησα για μένα την υπόλοιπη.
Τρώει, πίνει, κοιμάται, ανασαίνει την ελεημοσύνη μου.
Κι απ' τα μικρά της χέρια
κι απ' τα μικρά της πόδια
σκουπίζω τα μάτια μου
και σκουντουφλάω εδώ κι εκεί.

Έμαθε κι αυτή να πορεύεται με τα λίγα
σ' αυτή την ανάπηρη πορεία προς τα πάντα.

Τι να συγχωρέσεις, κι από ποιον να συγχωρεθείς.



Το μισό κορίτσι

Είδε το μισό κορίτσι να αναδύεται με δόξα και φρίκη
τ' άλλο μισό κομμένο σαν χαρτί
απ' το ολόκληρο φεγγάρι κι απ΄ τ' ανοιχτό παράθυρο.
Κι οι σκιές ζητούσαν μερίδιο.

Είδε το μισό κορίτσι να χάνεται στη νύχτα με χάρη
τ' άλλο μισό καρφωμένο στο κρεβάτι
με τα σχοινιά του Προκρούστη στεφανωμένο.
Το ιδανικό, ήθελε κομμάτι κι αυτό.

Ήταν κι αυτός εκεί.  Αλλά δεν είδε κανέναν άλλο.