Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου 2017

Το σακάκι

Το βράδυ ονειρεύτηκα πως φορούσα ένα μεγάλο σακάκι
Περίσσευαν τα μανίκια και οι ώμοι
Περίσσευαν οι πλάτες και το μάκρος του
Έπλεε το μικρό μου σώμα στο επικίνδυνο ρούχο
Φούσκωνα, φούσκωνα, απλωνόμουν να γεμίσω
τον άπλετο χώρο μέσα του αλλά φευ
Ήμουν μικρός κι αυτό αμείλικτα μεγάλο
Κι έμενα έτσι κωμικός να κοιτάζομαι στον μεγάλο καθρέφτη
και να κουνάω πέρα δώθε τα αόρατα χέρια μου
Έστεκε ακίνητο το σακάκι κι εγώ σ' αυτό
μια αδιόρατη γραμμή, ισχνή ανάμεσα στα πέτα του
κι ένα κεφάλι αγκαθωτό, σχεδόν χωρίς σώμα.