σαν ρεύμα εναλλασσόμενο
η ελεημοσύνη του κι ο ουρανός του
ανθίζαν σ’ ένα λουλούδι δίλεκτο
βάρβαρο λίκνισμα ασαφής πρόθεση
τη νύχτα στ´ αφτί μου τραγουδάς
κι η ανάσα σου τέμνει το μαύρο
Περίεργες συμπτώσεις δροσιές της κόλασης
η αγάπη σου απαγγέλει με βαθιά φωνή
σαλεύουν οι λεπτοί κορμοί των δέντρων
περαστικοί σηκώνουν τους γιακάδες
Στο άθλιο μπαρ του χρόνου πότες κι αλκοολικοί
λιώνουμε το συκώτι μας ο ήλιος μας κρύφτηκε
φέγγεις μονάχα εσύ με μια λέξη στα δόντια
που πιο βαθιά τίποτα δε με φώτισε ποτέ