Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

Τα αγάλματα

Όταν βαφούν τ’ αγάλματα
χάνουν την αίγλη τους. 
Οι σφετεριστές του παρελθόντος 
αντί της τελικής ρήξης 
κοιτούν τους ανάποδους οδοδείκτες, 
χτίζουν ναούς για τους αποξεχασμένους,
προσεύχονται στο τετελεσμένο.
Τα παλίμψηστα παρελθόντα, 
αχρωμάτιστα, 
κρατάνε παιδιά στα χέρια τους,
κροτούν,
αλαλάζουν τα νέα μάτια τους.  

Όταν βαφούν τ’ αγάλματα

δεν είναι πια κλασικά. 
Στιλπνοί βίοι χορεύουν σαν νέοι
στα έκπληκτα χέρια βιογράφων.
Ανασκευασμένη φιλαυτία 
ετεροχρονισμένη ενάργεια 

στην κορνίζα που άλλως χωρούσε 
μια ζωή ελάχιστη. 
Ολόκληρα άνυδρα πεδία 
- ω! άβαφα αγάλματα -
φωτίζονται, σαλεύουν, ποτίζονται 
ως και τα δειλινά της μάτια.



Η ζωγράφος

Ζωγράφισε έναν πίνακα.
Για κάποιον.
Τον ξανακοίταξε. Καρικατούρα.

Ζωγράφισε έναν πίνακα.
Να τον χαρίσει.
Κανείς δεν τον δέχτηκε. Καρικατούρα.

Ζωγράφισε έναν πίνακα.
Έβαλε όλη τη ζωή της.
Τον ξανακοίταξε. Καρικατούρα.

Ζωγράφισε έναν πίνακα.
Για όμορφα μάτια.
Τον διόρθωσε. Καρικατούρα.

Τραγούδησε ένα τραγούδι.
Για το πανάρχαιο ψέμα.
Το διόρθωσε. Το ξανατραγούδησε. Καρικατούρα.