Δευτέρα 9 Ιουλίου 2018

Στιγμιότυπο γυναίκας ΙΙΙ

Σε αχαρτογράφητο τοπίο
μπερδεύεται η γλώσσα του
ψάχνοντας να ξεδιαλύνει 
ανήκουστα γράμματα, 
υγρασίες, 
πόρτες ηδονής, 
το νέο και το παλιό, 
παλεύει με βάθη σπηλαίων,
με άκακους 
τρομακτικούς μονόφθαλμους, 
με μουσικές καταστροφής 
σπαρακτικές, 
με ἴδια δεσμά, 
συντροφικές λεπίδες, 
με το πικρό νερό που όλο κυλάει
προς την μακρύτερη εγγύτητα
του ποθητού, 
μάταιου, 
αέρα αναθρώσκοντα. 
Όμως γυρίζει.  
Ατεμάχιστος. 


Στις αποβάθρες
πάντα
τρίζουν τα ζωντανά σχοινιά,
ουρλιάζουν τ’ άλμπουρα
κι εκείνη καρφωμένη
ταξιδεύει και συναντά
χίλια περισσότερα θηρία
στα αχανή πεδία της
πάνω
στην άβρεχτη καρέκλα,
πλέκοντας κλωστές, 
πλέκοντας θρύλους,
καρικώνοντας εδώ,
μπαλώνοντας εκεί, 
την αταξίδευτή της μοίρα, 
που τσακίζεται, 
πέφτει, 
ξανασηκώνεται σε κάθε
άγνωστη γη
την κάθε μέρα της,
πες μου ποιος ταξίδεψε πιο πολύ
αν όχι αυτός που έμεινε;