Σάββατο 25 Μαΐου 2019

Ο τυχαίος σκύλος

Έστρεψε τα μάτια επίμονα σ´ έναν τυχαίο σκύλο
Ξαπλωμένος στα πόδια του αφέντη του
δεμένος με το ‘να του κορδόνι

Μια γριά με τρεμάμενα χέρια καρφώνει
αποφασιστικά μια φθαρμένη προσευχή
στο παλιό μανουάλι 

Ο καλόγερος λύνει μια Navier-Stokes 
ενώ αποσύρεται στο κελί του
και στο ελάχιστο φως

Ο κόσμος, στο μυαλό του Πόλοκ
στάζει στον καμβά 
της πλάτης του

Ασθενή, ακατάληπτα σήματα και σιγές 
ασύρματες κραυγές 
μονοποικιλιακοί οίνοι

Το μηδέν έκλεισε μέσα του την σοφία
ενός φλύαρου σύμπαντος
που αναζητά την ησυχία 




Παρασκευή 17 Μαΐου 2019

Ο φύλακας στο πλυσταριό

Ονειρεύτηκα πως ένα βράδυ
άπλωνα στο πλυσταριό
τα καρό πουκάμισα
ενός αγνώστου εραστή μου.

Έξω φυσούσε δυνατά
κι οι σκιές των δέντρων χόρευαν
κάτω από αναμμένα φεγγάρια
δίπλα απ’ τις αδέσποτες γάτες μου.

Ονειρεύτηκα κι ένα τραγούδι
του Λάγιου σχήματος μωβ
να το φέρνει ο αέρας,
κάτι σαν κίνηση βεντάλιας.

Τα μανίκια τα έπαιρνε ο άνεμος,
έλεγα αυτά τα ρούχα
θα στεγνώσουν γρήγορα
θα μείνω ξύπνιος να τα κοιτάζω.



Πέμπτη 9 Μαΐου 2019

Φωτογραφία

αναμνηστική
φωνή του
πατέρα
περνάει
σαν μέρες
πάνω
από σκεπές.

Κάτι τραβάει
μαζί του
τα πάντα
απ’ τα μαλλιά
όμως αφήνει
τα χέρια μου
να κρέμονται
αφήνει
και την πλάτη
λειψή
να χάσκει πλάι
στο μεσαίο
κενό της
αβάσταχτα
άδεια μέχρι
την αβέβαιη
άνθιση μιας
άνοιξης
που περνάει
κρυφά μου.


Τίποτα
δεν κατάλαβα
τίποτα
δεν θυμάμαι
καθαρά
το ακατανόητο
σώμα μου
κυνηγά
ο χρόνος
το φτάνει
το γλύφει
γκροτέσκα
το προσπερνά.



Ένας άνθρωπος

Κάποτε γνώρισα έναν καλό άνθρωπο
Ύστερα έγινε δέντρο

Κολύμπησε άνυδρες θάλασσες
Έτρεξε πλημμυρισμένες ερήμους
Ύστερα έγινε δέντρο

Το άλμα του ένωσε ηπείρους
Το βλέμμα του έφτασε στον ήλιο
Ύστερα έγινε δέντρο

Κάτι του έκοψε τα γόνατα
Κάτι του έκαψε τα μάτια

Ύστερα έγινε ήλιος