Πέμπτη 8 Αυγούστου 2019

Ostrannaya

Ο εραστής του μαξιλαριού
ξυπνά κάθε μέρα αγκαλιά
με τον δεδομένο έρωτά του

Οι επόμενες δώδεκα ώρες του
παίζουν μόνες σε μια οθόνη
χωρίς θεατές
κι ό,τι τολμά να ζει χωρίς μόνωση
το ζει στο θέατρο του πολέμου
των ιδρωμένων σεντονιών.

Περπατά σε έρημες γειτονιές
ανθίζουν παντού πόρτες κλειστές
σ´ όλες τις αποχρώσεις του καλοκαιριού
κι ούτε κορίτσια κελαρυστά
ούτε χαδιάρικα γατιά μόνο ησυχία
άδεια τραπέζια με άβολες καρέκλες
και φως εκτυφλωτικό
ο δρόμος ως το κρεβάτι του

Συμπαγής ο βυθός
ενσωμάτωση
και πληγή η κατάκλιση
γίνεται το μαξιλάρι παρηγοριά
και κηδεμόνας ατσάλινος
δάσκαλος αμείλικτος
που αντί να ισιώσει
θα του τσακίζει τελικά
μια νύχτα την πλάτη
γράφοντας
με μια κιμωλία που στριγγλίζει:
ζην

Κάπως έτσι αρνείται να κοιμηθεί.
Αγκαλιάζει τα ερώμενα
σπογγοειδή αντικείμενα του πόθου του.
Όχι! Όχι! Δεν θα πεθάνει αυτός
σαν τον γάιδαρο του Μπουριντάν.




Βρέθηκε

Τον βρήκαν πνιγμένο στον βυθό της μπανιέρας του
Αδυνατούσε, λένε, να καταλάβει το επαρκώς εξηγηθέν
Έψαχνε στα νερά
ανύπαρκτες λέξεις να εκφράσει το άρρητο


Τον βρήκαν φαγωμένο στο τραπέζι της κουζίνας του
Η λειτουργία, είπαν, είναι μια διαδικασία φθοράς
Έψαχνε στα ψίχουλα
υπαρκτές εκδοχές ανύπαρκτων ιστορίων


Τον βρήκαν κρεμασμένο στα σχοινιά της απλώστρας του
Προσπάθησε, λένε, να επαληθεύσει τον κίνδυνο στεγνώματος
Έψαχνε στα σύρματα
συνεχή σύνδεση για το εναλλασσόμενο στήθος του


Τον βρήκαν να χάσκει



Οι ευκολίες

Για τη μνήμη του νήματος
αγκάλιασε ένα “έστω.”
Το κοίταξε λίγο
άγαλμα οριστικό,
αμετάβλητο στον χρόνο.

Κάτι λεπτό αφέθηκε να εκκρεμεί
"μες την πολλή συνάφεια του κόσμου".
Ζητάει μια κλωστή φωτός
να μαστιγώσει την μαύρη θάλασσα.
Κουράζεται μετά σαν εκείνον
που κράτησε την πρώτη φωτιά και το πληρώνει.

Εξόδιος.
Λυτρωτές απαστράπτοντες,
καταστροφείς ανηλεείς,
άγγελοι,
διάβολοι,
εξέλειπαν άπαντες.
Τέτοιες ευκολίες δεν θα επιτρέπονται εδώ.
Μόνο μια ρανίδα αυταπάτης στον κρόταφο.
Έστω.



Η άσκηση

Η ζωή είναι μία άσκηση
θανάτου.
Η αναμονή
ενός ελπιδοφόρου τίποτα
να παρασύρει
παν το πρόστυχο.

Μουσείο θλίψεων
οι μέρες
προθήκες φόβων
αρένα χριστιανικών
κοσμημάτων
το έσω τσίρκο
σιτάρι
αλέθεται σε νερόμυλο
δεινών καιρών.

Μια ιτιά γελάει
δίπλα στο ξερό ποτάμι
βροτός το θλιβερό εκείνο
πλάσμα που φύεται
στα πόδια της.
Τι μαρτύριο!
Όλα όσα ζούνε
να πεθαίνουν
κι όλα όσα πέθαναν
να έχουν ζήσει…