Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2020

Η κούκλα

Τα βράδια ράβω μια κούκλα πάνω μου
και χορεύουμε, μ’ ένα αθόρυβο ακορντεόν,
βαλς και τάνγκο
μέχρι να ματώσουν τα πόδια μου

Οραματίζομαι αίθουσες χορού και φανταχτερά φορέματα,
αρώματα μεθυστικά και ιδρωμένους κόρφους,
άσπρα μαντίλια κεντητά, ονειρεύομαι

Τα έπιπλα του σπιτιού μου είναι όλα καμένα,
καμένα τα ρούχα και τα παπούτσια μου,
τακτικά σε στοίβες στάχτης στον κήπο,
την νύχτα σφυρίζω ρυθμικά κι ο ήχος μου
μοιάζει με βόμβο μοτέρ


Ωστόσο η σύντροφός μου νύχτα ορίζει τα πόδια μου
η σύντροφός μου μέρα δυναστεύει το μυαλό μου
η σύντροφός μου κούκλα αφήνεται νωχελικά
ηδυπαθώς
απεγνωσμένα
στην σίγουρη αγκαλιά μου
κι έτσι ραμμένους και ζαλισμένους
μας βρίσκει η επόμενη ερημιά