Οι αφαλοί τους είναι κλειδαριές
κι οι ώμοι τους στερεώνονται στον τοίχο
Υπήρξαν βράχοι βραδυκίνητοι
κι άλλοτε κουρτίνες πίσω από καλοκαιρινά παράθυρα ανοιχτά
τέλη απογεύματος
Στα χέρια τους έπλασαν και λιώσαν την Μίνθη
άλλοτε για χώνεψη κι άλλοτε για συντριβή εκδίκησης
Αυτοί οι άνθρωποι ορθογραφημένοι
σφυριά
δροσιά φθινοπώρων
χτυπούν
στο κεφάλι μας κακά μαντάτα ευτυχισμένα
Άλλα εγώ
που κοιτάζω εκείνο το σκουπίδι στον δρόμο
λέω
πως θα γινόμουν ίσως κι ο ίδιος άνθρωπος
αν έσκυβα να το μαζέψω.
Και δένω κόκκινη κλωστή να το θυμηθώ
Μα όλο ξεχνάω
Κι όλο θυμάμαι πως ξεχνώ
Κι όλο στην απανθρωπιά των άλλων
εναποθέτω την δική μου απανθρωπιά
ενώ γύρω μας μίνθη θυμίζει
δροσιά στο στόμα
και κατάγματα συντριπτικά.
δροσιά φθινοπώρων
χτυπούν
στο κεφάλι μας κακά μαντάτα ευτυχισμένα
Άλλα εγώ
που κοιτάζω εκείνο το σκουπίδι στον δρόμο
λέω
πως θα γινόμουν ίσως κι ο ίδιος άνθρωπος
αν έσκυβα να το μαζέψω.
Και δένω κόκκινη κλωστή να το θυμηθώ
Μα όλο ξεχνάω
Κι όλο θυμάμαι πως ξεχνώ
Κι όλο στην απανθρωπιά των άλλων
εναποθέτω την δική μου απανθρωπιά
ενώ γύρω μας μίνθη θυμίζει
δροσιά στο στόμα
και κατάγματα συντριπτικά.