Πριν καλά καλά
ξημερώσει
ένα πυκνό μεταλλικό
κουκούλι
σκέπασε τη μέρα
ύστερα σφίχτηκε
πάνω μας
σαν γάντι τόσο
ταιριαστό
λες και μεγάλωνε
μαζί μας
φτιάχνοντας
του σώματός μας
δεύτερο όριο
σύντομα ξεχάσαμε
το φως
κι όσοι καταραμένοι
κράτησαν δυο αμυδρές
αναμνήσεις του
έπρεπε ν´ ανοίγουν
με τα νύχια
ή τα δόντια τους
χαραγματιές και
ελάχιστα
ανοίγματα
ίσα να
επιβεβαιώνουν
την αναμνηστική τους
τρέλα
πάνω στις γραμμές
φωτός ή τις αστρικές
σκιάσεις αν
τύχαινε να πέσουν
επάνω στον κύκλο
της νύχτας.
χλωμοί απαξάπαντες
λιπόσαρκοι έπειτα
άσαρκοι
το αρνητικό μαύρο
μιθρίλ
αφήσαμε να
αντικαταστήσει
το ζεστό μας δέρμα
οι πιο άτυχοι
αυτοκτονούντες με
χάπια νεοράλ
κι ενέσεις φωτονίων
στις πικρές τους
παλάμες και στα
ραβδία.
ύστερα δεν
τραβήξαμε
για πουθενά.