Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2017

Η σπηλιά

έσπρωχνα τις λάσπες με τα πόδια μου
πόδια γυμνά, σκόνες υγρές,
βρωμιές, χέρια λερωμένα,
γόνατα.
αγκάλιαζα την ακηδία σφιχτά
μέχρι που γίναμε ένα και ζεσταθήκαμε
σ' αυτή τη μικρή, την άθλια σπηλιά
που η βροχή πέφτει όλη από μέσα
όλη μέσα μας
συνέχεια

κι όσο κι αν έσπρωχνα μ' όλο το σώμα μου
όσο κι αν λερωνόμουν
αυτή εδώ η τρύπα του σύμπαντος
ακαθάριστη έμενε
και πνιγερή.
μα πού να ξέρω εγώ όταν μπήκα εδώ,
να γλιτώσω τάχα απ' τα θηρία,
πως όλα εδώ μέσα
όλα μέσα της
συνέχεια