Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2024

Ο βαρύς χειμώνας του '71

Θυμάσαι που αγαπούσες τα χέρια μου;
Έλεγες πως φρόντιζαν τους νεκρούς τόσο τρυφερά.
Τώρα μισείς τις λέξεις μου.  

Θυμάσαι τον βαρύ, γλυκό χειμώνα του '71;
Φτυάριζα χιόνι απ' την αυλή μου κι ίδρωνα για να προλάβω 
ακόμα ένα πεντάλεπτο μαζί σου.  

Θυμάσαι την απότομη κατηφόρα προς το σπίτι;
Έλεγα, "Παναγία μου, να μας κρατήσουν αυτές οι ράγες!".
Μας κράτησαν, μα γκρεμιστήκαμε.  


Τώρα εφευρίσκω νέους τρόπους για να σε γνωρίσω.
Και παλιούς για να σ' αγαπώ. 
Αποφάσισα πως δεν χρειάζομαι τα μάτια μου. 
Ας σε βλέπουν άλλοι.
Αποφάσισα πως δεν χρειάζομαι τ' αφτιά μου. 
Ας σε ακούν αυτοί. 
Κούρεψα μια παλιά οδοντόβουρτσα κι έφτιαξα ένα δέντρο. 
Έκατσα στη σκιά του, ν' αναπαυτώ. 
Σκάλισα και μια πέτρα και τώρα η πέτρα βλέπει.  
Έγραψα κι ένα τραγούδι και τώρα η πέτρα ακούει. 
Κι όταν περισσεύεις στο δωμάτιο ρωτάω την πέτρα:
Θυμάσαι;