Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

Έλα δε θέλω χαζά...

Τα μάτια σου σπαθιά στα χέρια σου,
στη γωνιά καραδοκούν. 
Εσύ δεν φταις για τα φονικά σου 
τα ακριβοδίκαια μοιρασμένα.
Ούτε και για τα λουλουδάκια που
φυτρώνουν στα πλευρά 
των τάφων των μαρμάρινων που 
φυτεύεις κάθε άνοιξη. 

Ωχ πως τ' αγαπούσα τα μάτια σου
και τις χαρακιές στο σώμα
Αγαπημένοι οι χιλιάδες θάνατοί σου 
γραμμένοι πάνω μου παντού 
Ήταν σαν σύρματα με αγκάθια που 
ήθελα να με τυλίγουν 
για να σκίσουν το κουστούμι που
κουβαλούσα χρόνια.

Σε θυμάμαι όταν γυρίζουν τα πουλιά
Κι όταν ο κόσμος αναπνέει επιτέλους 
Σαν ανακούφιση από χειμώνα βαρύ
σε θυμάμαι
Και σαν ελπίδα που ετοιμάζεται ν' ανθίσει.


Περί αθωότητος

Φιλιά σακατεμένα, παλιά, 
Γλυκοπικρά ξεθωριάσματα.   
Λίγα αδιάκριτα φιλιά παλιά. 
Μες το κλουβί πουλιά. 

Χοντρό αλάτι στο κρεβάτι
σκόρπιο
Τα ξόρκισες, σε ξόρκισαν
τα φιλιά. 
Φαντάσματα σε χαλάσματα. 

Αγαπηθήκατε Δεκαπενταύγουστο
Γνωριστήκατε μεγαλοβδόμαδο. 
Μισό καλοκαίρι στο μεσοδιάστημα. 

Και σου ´μειναν κάτι στριμωγμένα φιλιά. 
Στα ράφια σκονίζονται και περιμένουν σαν παλιά βιβλία. 
Διαβασμένα κάποτε με πάθος μα μισοξεχασμένα πια. 

Ωραία που παλιώσαμε κι εμείς!
Μηχανές που δεν συντηρήθηκαν
και σκουριάζουν με αρχοντιά και χάρη. 
Και τα φιλιά μας τα παλιά
μερικά κολλημένα γρανάζια. 
Που κάποτε μας κινούσαν. 

Δεν είναι αθώα η αθωότητα. 
Ούτε και άμοιρη ευθυνών.
Κι ένα παλιό φιλί αδικαίωτο
είναι υπεύθυνο κι αυτό
για το δούναι και λαβείν
που δεν ευοδώθηκε.