Πέμπτη 31 Αυγούστου 2023

Post mortem

Η αναμονή συνήθεια χωρίς ενσυναίσθηση
παραδίδεται στο τέλος της μέρας
ήλιος σκοτεινός, θαυμαστικό
τέλειο έγκλημα.

Εξάρτηση, του ματαιωμένου χρώματος.
Τα κορίτσια λαμπυρίζουν στο φως.
Τα κοράλλια πεθαίνουν στην άμμο.
Τέσσερις ιππότες, τέσσερα άλογα
δένονται στα άκρα ενός δαντελίωνα.

Το δροσερό νερό έλιωσε στην άκρη
ενός παρατεταμένου καλοκαιριού.
Γέρασαν οι κάλυκες,
η αμβλυμένη οξύτητα ξεδιψάει,
αλλά δεν προκαλεί πια.

Αύγουστε, φύσηξέ μου τον λαιμό, 
προκάλεσε τη μύτη μου.
Το παιχνίδι της ζωής πιο αστείο
από το όνειρο της νύχτας αυτής.  
Αύγουστε, μελλοθάνατε του Σεπτεμβρίου,
στην άκρη μιας παραλίας με κύματα,
με βράχια, με βουνά,
στην πλάτη της κοπέλας,
στην πορτοκαλάδα, 
μέσα στο ποτήρι του καφενείου,
Αύγουστε θα πνιγείς,
μα ακόμα ζήσε αυτή τη μέρα.
Οι άλλες θα γίνουν αντανακλάσεις κόκκινου
σε παράθυρα τρένων.  
Αλλά εσύ ακόμα ζήσε.  

Η ενσυναίσθηση συνήθεια χωρίς φίλτρο
συστάδα λεύκες βουτούν στη θάλασσα.
Κίτρινο ομιχλώδες το καλοκαίρι
σε κόκκους απλώνεται
να το μαζεύω με τα χέρια
να το κλωτσώ με τα πόδια.
Ποιος νοιάζεται και ποιος καταλαβαίνει
τον μυστικό ήχο;


Δευτέρα 28 Αυγούστου 2023

Μινιμαλισμοί

Απόψε πήρα τη μεγάλη απόφαση του μινιμαλισμού:
Να αδειάσω το σπίτι από όλα μου τα υπάρχοντα.

Θα αφήσω μόνο ένα δάσος από λάδι στη μεταλλική πολυθρόνα της εισόδου.
Θα αφήσω ένα σπίτι από ξύλα θαλάσσης 
επάνω από τον νεροχύτη.
Τη νωχελική μοναξιά του Χόπερ, αριστερά της εστίας.
Η αποθήκη μου θα έχει μόνο σφαίρες απιονισμένου νερού
Το μπάνιο μου μια κρυφή οδοντόβουρτσα με τρίχες από κάρβουνο κι ένα βαζάκι λάδι αμυγδάλου.
Το κρεβάτι μια τρύπα ολόσωμη και δίπλα της ένα παιδί από μαύρο κερί που κάτι θα ζητάει μοναχό απ’ το κατάμονο φεγγάρι.
Το πάτωμά μου μαύρα φιδάκια και λευκές σκόνες.

Θα σπάσω την τηλεόρασή μου
για να μη βλέπω πια τα παλιά ονόματα της πλατείας Ναυαρίνου.
Θα σπάσω και τη μπανιέρα μου, για να κυλάνε έξω τα νερά, αφού αυτό είναι πιο αστείο.  

Σκέφτομαι,
αν κρατήσω αυτά και πετάξω τα άλλα, το σπίτι αυτό μπορεί να γίνει πάλι σπίτι.


Πέμπτη 24 Αυγούστου 2023

Σταθμιστές

μπήκαμε λοιπόν ξανά στην εποχή των σταθμιστών.
αστρονόμοι κι αστρολόγοι προβλέπουν
θριάμβους προσθαφαιρέσεων νοητικών, διά
πανωλεθριών αγεωμέτρητων αισθημάτων, συν
την κατά κράτος επικράτηση εκλείψεων, πλην
όμως των λακεδαιμόνων ριγμένων τας, επί
σωμάτων διδύμων σε ουρανούς ακυρωμένης
θερινής ισημερίας 

πολύχρωμοι άβακες κι επιστημονικοί υπολογιστές
ορίζουσες ντετερμινιστικές θα ορίζουν μια
μαθηματική απορία, κλειστά συστήματα 
με καμία, ή άπειρες λύσεις,
ψηφία, εργαστήρια, παλλίνδρομες αναλύσεις,
αποικείες ποντικιών που ακρωτηριάζονται, 
κατακρεουργούνται, σφαγιάζονται,
στην ποδιά του ασαφούς σκοπού θύματα
εαρινής ισημερίας

όσοι λοιπόν λογιστές προσέλθετε, μετά φόβου, 
αριθμού, με οργή, κίνδυνο, ανάγκη, 
τούτο μου εστί το σώμα και τούτο το αίμα,
το υπέρ υμετέρων στόχων εκχυνόμενο, 
δια την υμετέραν σωτηρία χαριζόμενο,
στης μεγάλης άρκτου το στριφογύρισμα, 
στους καιρούς που φέραν φωτιές, 
αντί για μάννα και νερό, 
κι αντί για χαρούμενα πυθαγόρεια, 
μόνο την ανεπιβεβαίωτη εικασία του Hodge, 
για το το ανερμήνευτο σχήμα σου.  


Τρίτη 22 Αυγούστου 2023

Το βέβαιο

Ασφαλές και βέβαιο συμπέρασμα:

δεν εκβιάζεται το οικειοθελές
με κλειστό στόμα και κλειστό πουκάμισο
μ’ αχρηστευμένη τη μεζούρα του πόνου

δεν σώζεται το ανυπεράσπιστο
με αθώα χέρια και ματωμένα δάχτυλα
μ’ ακυρωμένο κάθε δεύτερο παλμό


εικόνες κατακλύζουν το σπασμένο στέρνο
φώτα από χαμόγελα άγνωστων αφορμών
σε μια χωρίς τέλος κυκλική ανάκριση
ρωτούν «γιατί;» και κυρίως «πως;»

φώτα από χαμόγελα άγνωστων αιτιών
ανηλεή, υπέροχα διεισδυτικά,
μαρτυρικές οστέινες λευκές αιχμές
στον συρισμό του Αυγούστου,
τριανταδυο διατρητικές σφαίρες
βελονίζουν ακανόνιστα γαζιά
στο νεκρό κέντημα του παλιού σώματος

κι αυτή τους η χλεύη, Θεέ μου,
του τέλους ένδειξη αναμφισβήτητη,
κατρακυλά με μεταλλικό θόρυβο
στον λαβύρινθους και στους κοχλίες
παράγοντας άγνωστες λέξεις γνωστών νοημάτων.


Θα μου πεις
το εύλογο σκοτάδι μετά από μια εποχή φωτός
Θα μου πεις
το εύλογο σκοτάδι μετά από μια εποχή φωτός

Τι σημασία έχουν τα εύλογα
την ώρα που σπάζουν τα ράμματα των παλιών πληγών;
Ποιος νοιάζεται για εύλογα
όταν άλογα αλωνίζουν ύπτια στέρνα παραδομένα;

εγωισμός, ο νεκρός, βασιλιάς,
κι η θλίψη, η βασίλισσά του,
αθέατο το θέατρο της ζωής
κι οι θεατές 
κουφοί μάρτυρες
τυφλοί μάρτυρες
μεγαλόπρεπων μνημείων πόνου
Θα μου πεις
Ο αλώβητος τον λίθον βαλέτω
Θα μου πεις
μα ποιος θα σ' ακούσει;


Σάββατο 19 Αυγούστου 2023

Άηχο

Έκλεισα τα παράθυρα να μην ακούω τη ζωή.
Μόνη μου παρηγοριά ο ήχος μιας μηχανής.

Δεν είναι γκρεμός αυτό που θροΐζει τρυφερά μπροστά μου.
Έχει κι άλλη τυράννια.


Τρίτη 8 Αυγούστου 2023

Το νερό

Δεν ήταν νερό αυτό στις χούφτες σου.
Αλλιώς το στόμα μου γιατί να διψάει;
Κι οι χαρές σου τώρα στην οθόνη μου
σαν μια ταινία, σαν μια λάμψη ξένη,
με τυραννούν λες και σου έκλεψα τα χρόνια,
κι ας κουβαλήσαμε μαζί όλα τα βάρη τους.

Δεν ήταν νερό αυτό στο ποτήρι σου.
Δεν ήταν ποτήρι, ήταν οι κούπες σου.
Χρώματα, σχέδια, έλικες διπλοί.
Ποιος κουβαλάει νερό σε κούπα;
Και το δωμάτιο ήταν βάρκα στο νερό,
σε λίμνη στέρεη, σε φώτα παγωμένα.

Δεν ήταν νερό αυτό στο στόμα σου.
Αλλιώς γιατί να με διψάει το φιλί σου;
Κι οι άντρες σου όλοι στοιχισμένοι,
γιατί να διψάνε κι αυτοί στη λεζάντα της ζωής σου
και να με τυραννούν λες και τους έκλεψα το νερό,
κι ας κουβαλήσαμε μαζί χρόνια το βάρος τους;

Δεν είναι νερό αυτό στα μάτια μας.
Κλείσε τις χούφτες
 κι ας μην είναι.
Θα ξεδιψάσουμε αδερφή μου απ' το στερεμένο πηγάδι.
Εσύ σαν γυναίκα, σαν μητέρα, σαν δυνατότητα.
Εγώ σαν πληγή, σαν σημαία, σαν κλειδαριά.
Σαν κρύσταλλο που άστραψε και τώρα σπάει.


Τετάρτη 2 Αυγούστου 2023

Ραδάμανθυς

Στου Ραδάμανθυ την πόρτα
δέκα τραπέζια 
έστησα 
να γιορτάσω τον ερχομό σου
να γιορτάσω την χαρά σου
τον πόνο σου

Κάλεσα τον Μίνωα στην κεφαλή
και παραγγείλαμε 
σπυρωτή φακή για τα λόγια που σου έγραψα
όξινο σεβίτσε για όσα μας πόνεσαν
γλυκό συκώτι με πυχτή σάλτσα για το συμπαγές των οσμών
πατατούλες τραγανές σύμβολα κρουστών δερμάτων
κρασί τέκνο των κρυφών κοίλων σου και των πηγών
και μια λιωμένη σοκολάτα να περιχύσει το πικρό τέλος

Στου Αιακού τα πόδια 
χοές με βινσάντο 29 ετών
επιστρεφόμενο στην κοιλιά των ηφαιστείων
στάξαμε
οι συνδαιτημόνες εκστασιασμένοι,
τουλάχιστον εις εξ αυτών, 
για να κρατάει το πανηγύρι χρόνια,
κι ας λείψει στο εξής
το απαθανατισμένο άγαλμά σου.

 

Λάιος ο Λάμβακος

Βασιλιά της Θήβας
σε σκότωσε το αγένητο παιδί σου
ένα βράδυ ύποπτο
σ' ένα παγκάκι στην Παύλου Μελά.
Σε δηλητηρίασε με μια μπάλα παγωτό
σ' ένα τραγανό choux. 

Ίσως και να 'ναι κάποιου άλλου το παιδί
κι ίσως και να 'ναι ήδη γεννημένο
πάντως χτες ο φόνος έγινε
κι ο φονιάς είναι ο πρώτος βυζαντινός αυτοκράτορας.
Ή ένα κορίτσι μυθικό, που δίνει νέκταρ στους θεούς. 
Μπορεί κι οι δυο.
Δεν τους αναζητεί η αστυνομία.
Κανείς δεν θα μάθει τ' όνομά τους. 
Ούτε κι αυτά θα μάθουν πως σε σκότωσαν.

Μια φορά βασιλιά πέθανες.
Μέσα σε όνειρο;
Μέσα στον ύπνο σου;
Μέσα στη μέθη σου;
Μετά από χρόνια αναμονής.

Βασιλιά της Θήβας
μπορεί τελικά και ν' αυτοκτόνησες. 
Το πατροκτόνο τέκνο
να είναι ακόμα ένας μύθος.

Λάιε, Λάιε φαιδρέ!
Ας να τρυπούσες ακριβέστερα
τις τρυφερές πατούσες
Λάιε, Λάιε κουτέ!
Ας κρατούσες κλειστό το στόμα σου
στο τρίστρατο που αντάμωσες 
αυτή σου τη μοίρα
Λάιε, Λάιε τραγικέ!
αλλού τα χέρια σου, 
αλλού τα πόδια σου,
αλλού το στήθος σου,
θαμένα 
Αντί επιδέσμου,
μήδεια έλαβες,
αντίδωρο
της κάθε αναπνοής.

Μαζέψου τώρα και περπάτα πάνω κάτω την Τσιμισκή.
Άφησε την πόλη να σε χωνέψει.