Κυριακή 29 Απριλίου 2018

Αυτός

Αυτός ο λυγμός κατοικεί στα ανοιχτά χέρια
του μικρού ρολογιού στο αριστερό.
Περνάει τον χρόνο του στην αγκαλιά του χρόνου.
Ονειρεύεται να γίνει κλάμα.
Αυτός ο λυγμός όλο μεγαλώνει,
ποτέ δεν ξεσπά,
όλο πνίγεται
κι όλο με λουλούδι ολάνθιστο μοιάζει
όπως γίνεται λυγμός βηματοδότης,
ρυθμιστής των πραγμάτων κι ένα ζεύγος γυαλιών για να βλέπει κανείς τον αόρατο κόσμο.
Ο λυγμός βρίσκει τον λόγο του ποιητή ακριβώς στο κέντρο του.
Του ξεριζώνει την καρδιά του.
Βγάζει το μέσα δέρμα της έξω
την ισιώνει με το τακούνι του στα πεζοδρόμια.

Αυτός ο λυγμός δεν έχει τίποτα δικό του.
Δανείζεται τον πόνο απ´ τα αδίκως ψαλιδισμένα μαλλιά σου,
την δίκαια φρίκη από το πρόσωπο και την πίκρα απ´ τα καμένα χέρια μου,
νερό από την κάθε ματαιωμένη ανάσα μας
αλλά δεν πέφτει στο πάτωμα.
Είναι βιδωμένος στο άκοφτο μέρος των μελών που κρατάνε σφιχτά
τον πρόσφατο χορό του πριονιού σε κάθε χιλιοστό τους
στις ακμές εκείνες που συγκεντρώνεται
όλος ο πόνος της ύπαρξης
του λυγμού η αστείρευτη αντοχή παραμονεύει
σχεδόν απάνω στης γλώσσας το βουβό σύνορο
αλλά ποτέ δεν έσπασε τα δόντια μου να δραπετεύσει.