Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2018

Οι όμορφες πέτρες

Νύχτα πάλι.
Είναι η ώρα που βάζεις το πρόσωπο της θλίψης μου.
Ξαπλώνεις εδώ δίπλα και ψιθυρίζεις.
Λεπτό σουσάμι ρέει απ´τις άκρες των δακτύλων σου.
Τα κόκκινα νύχια ματώνουν το ζυμάρι.
Άλλες φορές ένας φάρος σε μιαν άκρη του κόσμου
και ο αέρας γύρω του φυσάει
φυσάει σήμερα.

Γυάλινα βάζα του καφέ κοιλοπονούν.
Το στόμα μου εγκυμονεί, γεννά
και καταπίνει αλλεπάλληλα παιδιά.
Αυθάδικα πρόστυχα παιδιά.
Τολμηρά.
Εκρήγνυνται στο στομάχι μου.
Παιδιά ή πέτρες.
Εσύ κάτι χαϊδεύεις με τα χεράκια σου.
Παιδιά ή πέτρες.
Κι αυτές;! Πόσο εύπλαστες! Πόσο συγχωρητικές!
Σαν παιδιά
Σπας όσο θες, όπου θες. Κι αν δε σου κάνει το πετάς.



Ο σκύλος

Ένας σκύλος στέκονταν μόνος του.
Μόνος κοιτούσε κατά την πόλη.
Κοιτούσε μόνος την πόλη.
Ρωτούσε: τι κάνουν το Σάββατο οι άνθρωποι;
Δεν έκλαιγε.
Κοιτούσε αμίλητος.

Ένας σκύλος έβαλε το παπιγιόν του.
Μόνος περπάτησε στον δρόμο.
Κοιτούσε μόνο τους ανθρώπους
με το εκκρεμές του κεφάλι. Τάχυνε το βήμα.
Δεν έκλαιγε.
Κοιτούσε αμίλητος.