Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

Το νερό

Τι όμορφα που βρέχει!
Πάνω στις επιθυμίες μας
Πάνω στις αμαρτίες μας 

Κυλάει το νερό κορδόνια στα παράθυρα 

Τι όμορφα που βρέχει!
Στα κορμιά μας και στις γειτονιές
Στα κορμιά και τις ξερές πορτοκαλιές

Κυλάει το νερό κορδόνια στα παράθυρα 

Τι όμορφα που βρέχει!
Στον Αμερικάνικο νότο και τις ζέστες του
Στο Παρίσι με τις λεπτές γυναικείες φιγούρες

Κυλάει το νερό κορδόνια στα παράθυρα 

Τι όμορφα που βρέχει!
Αφήστε μας να κυλήσουμε στις λείες επιφάνειες
Αφήστε μας να γίνουμε αυτό που είμαστε

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Το δέντρο - πλάνο 1ο

Σε αγαπούσα
όπως τα δέντρα που τα ´χει φυσήξει 
ανελέητος Βοριάς και στρέψανε
κορμό και φύλλα και κλαδιά 
κατά την πεθυμιά του,
και την κοιτάνε πια από λίγο πιο κοντά,
και την μαρτυρούν και τη λένε,
και την αγάπησαν κι αυτά,
κι όλο τον άνεμο περιμένουν
να τα σπρώξει λίγο ακόμα προς τα ´κει,
κι όλο απλώνουν και τεντώνονται
να την φτάσουν, 
να την αγγίξουν, 
να την σκιάσουν,
να την δροσίσουν,
κι όλο ξεχνούν πως είναι δέντρα
και πως δεν θα πάνε πουθενά. 

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Τρυφερά τετ-α-τετ

Σκαρφάλωναν οι τάφοι στον λόφο
Τα τέρατα και τα σημεία των καιρών
όλα στρωμένα όμορφα και βαθιά. 
Σκαρφάλωναν οι τάφοι στον λόφο 
ζώα νυκτόβια, τρομακτικοί θηρευτές, 
χωνεύοντας την ανέστια πια λεία. 

Ησύχασαν για λίγο τα χέρια και τα μάτια, 
κι εκείνα εκεί, και τούτα δω. 
Κοιτιόμασταν αμφοτεροι 
εκατέρωθεν του καθρέφτη 
με τη γαλήνη
που η απόσταση απ' τη ζωή χαρίζει. 
Τα κυπαρίσσια έγερναν στοργικά 
πάνω απ´ το ματαιωμένο θαύμα 
κι άλλα πουλιά δεν πετούσαν.

Ύστερα τα μάτια ξεχάστηκαν 
και πήραμε νεκροί και ζωντανοί το δρόμο μας
ξεχνώντας ένα "καλή αντάμωση" να ανταλλάξουμε τρυφερά. 



Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016

Ορατών τε πάντων και αοράτων

Ιλουστρασιόν το φάντασμα που μ' επισκέπτεται ακόμα.
Φω κι εικόνα μαγική.
Μια σελίδα περιοδικού ποικίλης ύλης.
Ένα υπέροχα τυλιγμένο κουτί με χρυσή κορδέλα.

Με πιάσανε στον ύπνο και με θολώσανε με όνειρα.
Με εξαίσιες μουσικές με ξεμυαλίσανε.

Είναι αόρατος αυτός ο κόσμος.
Και όλοι οι εις αυτόν συμμετέχοντες.
Αόρατοι κι αυτοί.

Κι εγώ που γι' αυτήν την οφθαλμαπάτη γράφω,
κι αυτό το γραμμένο και το γραφόμενο,
κι εσύ που διαβάζεις,
αόρατοι όλοι μας.  


Περί ελέους

Αχ, όμορφα κορίτσια!
Μη βγάζεται τόσες φωτογραφίες.
Ο ανελέητος χρόνος θα σας εκδικηθεί.
Το αγλάισμα του προσώπου σας θα μασήσει
και θα το φτύσει στα πόδια σας.

Αχ, φερέλπιδες ποιητές!
Μην γράφετε τόσα ποιήματα.
Ο ανελέητος χρόνος θα σας εκδικηθεί.
Την λάμψη των λέξεών σας θα σκουριάσει
και θα ανατρέψει την σιγουριά τους.

Αχ, απερίσκεπτοι εραστές!
Μην χαρίζεστε τόσο απλόχερα.
Ο ανελέητος χρόνος θα σας εκδικηθεί.
Την λαχτάρα των φιλιών σας θα αφανίσει
και θα στεγνώσει την δροσιά τους.

Αχ, ανόητοι άνθρωποι...


Ανομίες

Διότι εμείς δεν είμαστε παράνομοι.
Άνομοι είμαστε
την ώρα που αγκαλιαζόμαστε
και ανασαίνουμε
από αναπνευστήρα και μπουκάλα
ο ένας του άλλου την αναπνοή.

Άνομοι και αιμοδιψείς.
Γιατί το αίμα το δικό μας δε μας φτάνει
κι έτσι δαγκωνόμαστε
για να πιει ό,τι μπορεί καθένας απ' τον άλλο,
στο τέχνασμα αυτό της φύσης
που μας βασανίζει.

Άνομοι γιατί όταν υπάρχουμε μαζί
τα άλλα παύουν να υπάρχουν.


Τετάρτη 16 Μαρτίου 2016

Δαμόκλειος

Μου τρύπησε το σάλιο σου τη γλώσσα.
Κι αυτό το χάδι σου έμεινε πάνω απ' το κεφάλι μου.
Και χάσκει αιώνια δεμένο από μια κλωστή.

Δε λέω πια.  Μπαίνει αέρας στα λόγια μου και σβήνονται.
Δεν αφήνομαι πια.  Αν αφεθώ θα εκδικηθεί το άνωθεν σπαθί.
Δεν θέλω πια.  Ακινητώ να μην τρομάξω την κλωστή.

Ξέρω το κόστος του φιλιού.
Ξέρω το κόστος του χεριού.
Μένει τώρα να μάθω και πόσο στοιχίζει η λάμα.
Αλλά τι λέω;
Ένα κεφάλι ακριβώς.  


Σάββατο 12 Μαρτίου 2016

Νιπτήρ χειρών

Ξεπλένεται το αίμα
στο καινούργιο σώμα
πολλές φορές.
Άλλες θυμάται.

Το παν είναι η κύλιση
Το απαστράπτον ποδήλατο
Στην ποίηση και στην αγάπη

Ξεπλένεται το σώμα
στο καινούργιο αίμα;
Καμία φορά.
Πάντα θυμάται.

Το παν είναι η αδράνεια. 
Το ιριδίζον κέντρο των ακτίνων.
Στην ποίηση και στην αμνησία. 


Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

Μασκαραλίκια

Ήταν μια φορά ένας βράχος. 
Τα βράδια ντύνονταν φάρος. 
Κορόιδευε τα πλοία και τα βούλιαζε. 
Τα σπρωχνε προς τ´ αδέρφια του. 
Τα λιάνιζαν όμορφα κι ωραία. 

Ήταν μια φορά ένας φάρος. 
Τα βράδια ντύνονταν βράχος. 
Τρόμαζε τα πλοία και τα έδιωχνε. 
Τους ούρλιαζε μην πλησιάσουν. 
Τα απωθούσε όμορφα κι ωραία. 

Μια μέρα ο βράχος ναυάγησε στον φάρο. 


Τάδε Μαρτίου συν μία

Βρέχει συνέχεια στην ακόρεστη πόλη
Δρόμοι και σπίτια οριστικά αφυδατωμένα
πίνουν αδίκως τις υδάτινες κλωστές. 

Μονότονοι ήχοι ρυθμικοί και επίμονοι
νανουρίζουν το τελείωμα της μέρας. 
Τάδε Μαρτίου του έτους Χ ξαπλώνω. 

Τάδε Μαρτίου συν μία,
ξυπνάω στη μέση της βροχής
από ανονείρευτο ύπνο. 
Πλέουν γύρω μου τ´ αξεδίψαστα σπίτια, 
οι αξεδίψαστοι άνθρωποι, και τ´ αξεδίψαστα χρόνια. 
Την κουρασμένη μας δίψα σέρνουμε όλοι μας
στους ιδρωμένους δρόμους και τις γωνιές της. 
Ξεπληρώνουμε χρέη και φορτωνόμαστε τα επόμενα. 
Κι η επίμονη βροχή συνηγορεί. 


Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

Le vent nous portera

Θα ξεχωρίσει την ήρα από το στάχυ
αυτός ο άνεμος ο διακριτικός. 
Τα μαλλιά σου, που τα μπλέξαν άλλοι
άνεμοι παλιότεροι, θα στα ξεμπλέξει. 
Θα σε πάρει από το χέρι να σε κυλίσει
παρακάτω και γρήγορα δεν θα θυμάσαι
ούτε τη γη αυτή που έζησες και σ´ έθρεψε, 
ούτε αν ήσουν ήρα, ή στάχυ, 
το χέρι του αλωνιάρη, ή το μαχαίρι του. 
Φύσηξε πια ο ανανεωτής ο μεθυσμένος 
και κύλισαν τα ζάρια μας τα κόκκαλα. 
Το χτες επιτέλους θα αλλάξει αύριο. 


Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

Κηπουρική

Υπήρξε αδέξιος χειριστής της αγάπης.
Μια λίμνη αβαθής
κι ένα δωμάτιο τέλεια φωτισμένο.
Ανεξιχνίαστη δεν ήταν καμιά γωνιά του.
Άλλωστε ήταν άδειο.
Παντελώς άδειο.

Όσοι επένδυσαν σε δεύτερες αναγνώσεις του,
σε πέραν και πίσω από τις γραμμές αναγνώσεις του,
έχασαν.
Η διαφάνειά του αφοπλιστική και θανάσιμη.

Τώρα, κάνει τρεις ώρες την ημέρα κηπουρική 
και γερνάει τη ζωή του πατέρα του.
Πήρε και τα παλιά του παπούτσια του και μ' αυτά κοιμάται και ξυπνάει.

Περιφέρει στον κόσμο το μουδιασμένο νηπενθές του
περίπου δύο Οδύσσειες και δύο Ιλιάδες,
γιατί δεν διαθέτει ούτε μία μηχανή της προκοπής
να φτιάξει κι αυτός ένα κούφιο άλογο,
μια μοιραία σχέση με τη μάγισσα,
φόνους και δράματα
ή έστω ένα τέλος άξιο αναφοράς.


Τρίτη 1 Μαρτίου 2016

Του νερού

Όπως στεγνώνει η βροχή θα ξεχαστείς
Ρίχνω στην αυλή σου πετονιά 
Ανασύρω την καρδιά 
Υπόσχομαι

Θα με κρεμάσει η άνοιξη σ´ ένα κλωνάρι 
Σύρμα θα γίνω για πουλιά αποσταμένα
Παράθυρο ανοιχτό για ανονείρευτους
Λευκή και κόκκινη κλωστή για ονειρευτές

Όπως ανθίζουνε τα κύματα αναπτύσσω
ροή, λουλούδισμα και θάνατο 
Σε κλείνω και σε πνίγω
Περνάω