δέκα τραπέζια
έστησα
να γιορτάσω τον ερχομό σου
να γιορτάσω την χαρά σου
τον πόνο σου
Κάλεσα τον Μίνωα στην κεφαλή
και παραγγείλαμε
σπυρωτή φακή για τα λόγια που σου έγραψα
όξινο σεβίτσε για όσα μας πόνεσαν
γλυκό συκώτι με πυχτή σάλτσα για το συμπαγές των οσμών
πατατούλες τραγανές σύμβολα κρουστών δερμάτων
κρασί τέκνο των κρυφών κοίλων σου και των πηγών
και μια λιωμένη σοκολάτα να περιχύσει το πικρό τέλος
Στου Αιακού τα πόδια
χοές με βινσάντο 29 ετών
επιστρεφόμενο στην κοιλιά των ηφαιστείων
στάξαμε
οι συνδαιτημόνες εκστασιασμένοι,
τουλάχιστον εις εξ αυτών,
για να κρατάει το πανηγύρι χρόνια,
κι ας λείψει στο εξής
το απαθανατισμένο άγαλμά σου.