Δε φοβάμαι πια τις ρίζες
τα φύλλα που έθρεψαν
τα παραμορφωμένα κλαδιά.
Μόνο τις υπόγειες πορείες τους
όσα ακόμα δεν είδα κι όσα
θα αναγκαστώ να κάνω
πατώντας αδυνατά πάνω
στα δυνατά τους πόδια.
τα φύλλα που έθρεψαν
τα παραμορφωμένα κλαδιά.
Μόνο τις υπόγειες πορείες τους
όσα ακόμα δεν είδα κι όσα
θα αναγκαστώ να κάνω
πατώντας αδυνατά πάνω
στα δυνατά τους πόδια.
Τα μισά μάτια
λίγα μου δείχνουν
λίγα μου κρύβουν.
Με σπασμένες εικόνες
αποκρυπτογραφώ
τον σπασμένο κόσμο.
Με κάτι ρίζες καρκινικές
στο σκληρό μου στομάχι,
κάτι φωνές δυναστικές
στα λιωμένα αυτιά μου,
τα βοΐζοντα στρατεύματα
των σφηκών με ράβουν
με κλωστές γύρω απ´ τα χείλη
σαν υπόσχεση σιωπής,
και σαν θυσία ανίερη
οι χρησμοί μου αντηχούν
στα υγρά μου σπλάχνα.
Μέσα σ´ εκείνη τη σπηλιά
που σκάβουν οι ρίζες μου
από την πρώτη μέρα μου
ως την ημέρα που ένας ήλιος
παρηγορητικός θα γκρεμίσει
την μέσα μου βροχή.
που σκάβουν οι ρίζες μου
από την πρώτη μέρα μου
ως την ημέρα που ένας ήλιος
παρηγορητικός θα γκρεμίσει
την μέσα μου βροχή.