Στα αμπέλια της Ανδριανής
ένα σκυλί περπατά
στο στερνο του κόσμου
κοντοστέκεται,
μυρίζει, αναζητά
την μονότονη μοίρα
κελαηδάνε τα χώματα
στις ζεστές του πατούσες
τρίζουν,
τρίζουν οι λαγόνες του
χέρια σταφύλια και χείλια
χίλια φύλλα
χαϊδεύουν
φώτα, βουίσματα,
μύγες ακούραστες τα χρόνια
το τρυγήσανε
Στα αμπέλια της Ανδριανής
ένα σκυλί μόνο
ξαπλώνει και λούζεται
στην γη που βρέχει
στον ζεστό ουρανό
το κλίμα το τυλίγει
να γίνει γουλιά
και ζάλη