Κυριακή 9 Ιουνίου 2024

Τα βράδια

Τα βράδια είναι σφάγια
Θυσιάζονται στο βωμό ενός θεού χωρίς αισθήσεις
Τα βράδια είναι σφαγεία
Σφοδρές επιθυμίες και όνειρα τρυφερής ηλικίας
Τα βράδια είναι σφαγείς
Οδηγούν τρυφερά στην Αυλίδα, κάθε αθωότητα


Πέμπτη 6 Ιουνίου 2024

Το επόμενο δευτερόλεπτο

Καθώς ετοιμάζομαι να αφήσω την ψευδή κυριαρχία επί του σώματός μου
σε κάποιο ξένο μαχαίρι,
ακούω απ´ τη σπηλιά μέσα μου αρχαία ηχώ και σκιές που αντηχούν στα τοιχώματα της.

Τα ψέματα, τα θυμάμαι όλα ένα προς ένα.
Τραντάζεται ο κόσμος στα μάτια μου και κουνιέται σαν σε χαλασμένο μοντάζ.

Έχω μαζί μου και μια βαλίτσα που ‘χα αγοράσει απ’ το Λονδίνο το οχτώ.
Χαρακωμένη. Επισκευασμένη. Με σελοτέιπ και βίδες. Τη λέω πιο δική μου απ’ το σώμα μου. Που πήγαμε παντού.

Όλα τα πιστεύω, μη τυχόν και νιώσεις άβολα.
Όλα τα πίστεψα. Και τα κρατώ σαν αλήθειες.

Κοιτώ απ’ το σώμα της βαλίτσας μου το σώμα των οστών μου.
Τι είναι αυτό το δοχείο που μεγαλώνει και γερνάει γύρω μου;
Άτσαλη βάρκα που τραμπαλίζεται στο κάθε κύμα του καιρού.
Αδέξια φορτία φορτωμένη. Με τα στομάχια τους αδειασμένα. Ξεραμένα από τον ήλιο. Διαδοχικά φορτία.

Μακρείς διάδρομοι χλωρίου με φέραν εδώ
για να ντυθώ νυφούλα και περιμένοντας τον νυμφίο να με ξυρίσουν σαν γαμπρό.
Στεντόν και δάκρυα. Λύνονται τα χέρια μου που θα δεθούν.
Ήχος από ρόδες κρεβατιού. Λάστιχο και μέταλλο και μωσαϊκό. Για ποιον πλησιάζει αυτή η κρίση; Μεταξύ των παραβάν κρυμμένες οι επόμενες επισκευές.

«Επικυρώσατε πιθανάς επιπλοκάς με σχετικήν υπογραφήν σας».
Με έναν φτηνό bic σας παραδίδω το παρόν.
Όλα στη ζωή μεγάλες παραχωρήσεις εμπιστοσύνης.
Επικυρωμένες πιθανές επιπλοκές.

Με το φτηνό bic κομμένες τρίχες στα λευκά σεντόνια.
Θυμήθηκα κάποια άλλα μαλλιά, ένα άλλο καλοκαίρι δίπλα στη θάλασσα με ιδρωμένα σώματα ερωτικά. Και να. Το επόμενο δευτερόλεπτο, με το επόμενο καρότσι,
ήρθε η σειρά μου.


Τρίτη 4 Ιουνίου 2024

Προεγχειρητικώς

Άλλο ένα όριο σήμερα.
Κρατώντας σφιχτά το βγαλμένο χέρι με το άβγαλτο,
πάλι θα πρέπει να αποφασίσω
πως πια τα γράμματα θα πρέπει να τα ζωγραφίζω,
να μη τα γράφω, 
τόσο που οι λέξεις να ξαναβρούν την εγγενή ασάφειά τους
να απαλλαγούν από τα βάρη τους
να αναληφθούν προς ελαφρύτερες σφαίρες νόησης.

Άλλα τρία κοψίματα αύριο.
Λες και δεν χόρτασε το εύθραυστο όριό μου
τομές και επουλώσεις και επιμένοντα τραύματα,
και σκουριασμένα χάδια λες και δε χόρτασε
το αειπάρθενο στέρνο μου
κενότητες, αφαιρέσεις, αφορισμούς.
Τι ώρες αυτές τις μυστικές σκέφτομαι 
ένα στήθος
που το μωρό μέσα μου, το κλαίει ακόμα. 
Σκέφτομαι κι ένα παραπέτασμα στιλπνό, μαύρο,
ευωδιαστό, που συσκότιζε μητρικά, 
κι όλα γίνονταν ανεκτά τότε 
κι απαλύνονταν ο ορίζοντας της ζωής. 

Κι αυτή η προσευχή δεν είναι έκκληση. 
Κι αυτή η έκκληση δεν είναι κραυγή. 
Κι αυτή η κραυγή δεν είναι μοναξιά. 
Κι αυτή η μοναξιά δεν είναι ανάμνηση. 

Φοβάμαι μόνο μη γίνουν πουλιά, 
τα ζωγραφισμένα μου γράμματα και πετάξουν.
Πετάξουν κι αυτά και τότε; 
Τι θα 'μαι εγώ τότε;