όλους έναν-έναν,
στα μέρη που τους πίκρανα.
Έτσι πληρώνω το ενοίκιο
του κοινού μας χρόνου.
Το φεγγάρι έκοψε μια γωνιά του
και την καίει λιβάνι,
στους νεκρούς μου,
κι εγώ σαν κύμα
τσακίζομαι πάνω τους.
Τους νεκρούς μου τους ξέχασα,
όλους έναν-έναν,
στα μέρη που με πίκραναν.
Έτσι μου ξεπληρώνουν το ενοίκιο
του κοινού μας χρόνου.
Το φεγγάρι γέμισε μια γωνιά του
και 'γω καίω λιβάνι
στους νεκρούς μου,
που σαν κύμα
τσακίστηκαν πάνω μου.